Ο πολυγραφότατος λογοτέχνης αναλύει στην ΕΡΤ, τη χρυσή παρακαταθήκη του Οδυσσέα Ελύτη· ο οποίος, ήλθε στον κόσμο σαν σήμερα πριν από 110 έτη.
Του Γιάννη Νικηφοράκη.
Ο Οδυσσέας Ελύτης αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του ελληνικού γένους. Άνθρωπος στραμμένος στην ίδια τη ζωή, όπως και η ποίησή του· μέλος της εμβληματικής γενιάς του ‘30, υπερρεαλιστής καθότι λιτός ο τρόπος της ζωής του.
«Ο Ελύτης, αστός στην καταγωγή, που φιλοδόξησε να εκφράσει τον καθολικό άνθρωπο (αγγίζοντας την καρδιά κάθε ανθρώπου), είχε την ευμενή τύχη να συμπορευθεί απ’ αρχής με τον Γιώργο Σεφέρη στην ενθαδική οδοσήμανση του Μοντερνισμού.
Ασκητικός εκ φύσεως, μα όχι ακοινώνητος, ακόνισε το ταλέντο του διά βίου με πεισματική αφοσίωση στην ποίηση και διακριτικότητα. Δείτε σήμερα που ορισμένοι “σκοτώνονται” για ενός λεπτού δημοσιότητα και πασχίζουν για την εικόνα τους, ενώ αγνοείται το έργο τους και σκεφτείτε τι σπουδαία στάση τήρησε ο Ελύτης…», αναφέρει ο κύριος Γκρής, επιχειρώντας να σκιαγραφήσει την πολύπλευρη προσωπικότητα του εμβληματικού καλλιτέχνη.
Αυτά, κατά τη γνώμη μου, είναι ο διάκοσμος τού ποιητή, που τον ξεχωρίζει σαν αγαπητό υπόδειγμα!
Αναζητώντας τους τρόπους που άσκησαν επιρροή στο –διαχρονικό– έργο του Ελύτη γεγονότα όπως η ζωή στη Γαλλία, η διασταύρωση με τα ευρωπαϊκά ρεύματα, η γνωριμία με τον Ανδρέα Εμπειρίκο (ακόμη ένας εκφραστής της γενιάς του ‘30) & άλλους κορυφαίους καλλιτέχνες, ο κύριος Γκρής εντοπίζει πως «η όσμωση με την ευρωπαϊκή ποίηση, κυρίως τη γαλλική, φαίνεται πως στάθηκε ένα εργαστήρι γόνιμων απαιτήσεων για τον Ελύτη που εμπλούτισε την πνευματική σκευή του.
Η “Δεύτερη Γραφή” του, όπου από επτά ποιητές που ελληνίζει, οι τέσσερις είναι Γάλλοι, αυτό δείχνει. Κατά κάποιον τρόπο, εκπληρώνει, θα λέγαμε, το χρέος του! Ο Εμπειρίκος ιδιαίτερα, σαν πρωτουργός του Υπερρεαλισμού εν Ελλάδι, λειτούργησε σαν “μυστικός” δάσκαλός του και οδηγητής. Η σεβαστική αναφορά του στον άνθρωπο και ποιητή της “Οκτάνας”, αποκαλύπτει κάτι το ουσιώδες».
Εκφραστής της γενιάς του ’70, ο κ. Ηλίας Γκρής επεξηγεί πώς αντάμωσε για πρώτη φορά με το έργο του Οδυσσέα Ελύτη· εμπειρία, αξέχαστη.
«Στα πρώτα χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση, κι αφού πέρασα από Βάρναλη, Ρίτσο, Αγγουλέ κ.ά. διάβασα το “Άξιον εστί”. Αυτό το δομικά εξαίσιο ποιητικό αρχιτεκτόνημα, που ξεσηκώνει από την αγρανάπαυση την ελληνική αμεριμνησία.
Ήδη, όμως, με την πτώση της χούντας τραγουδούσαμε σε ταβέρνες και παρεΐστικα νυχτοπερπατήματα στην Καισαριανή τα γνωστά και πολυθρύλητα πλέον “Της δικαιοσύνης ήλιε”, “Της αγάπης αίματα”. Ξεχωριστά με συγκινούσε κι ένα άλλο, “Του μικρού βοριά”. Σίγουρα, ήταν η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη που απογείωσε την ποίησή του, (και άλλων, βέβαια) στην περιωπή της “λαϊκής λατρείας”», υπογράμμισε.
Ο κ. Γκρής εν συνεχεία, ανατρέχει στα πρώτα χρόνια δημιουργίας σκοπεύοντας να ενώσει τις τελείες· συνδέοντας χώρους & τάσεις της εποχής.
«Από την πρώτη επαφή με την ποίηση του Ελύτη, αισθάνθηκα τον κραδασμό τού πρωτόπειρου από την ισχυρή ποιητική του κράση. Σε τέτοιες περιπτώσεις, αν ο νέος ποιητής αφεθεί και παραδοθεί στη μαγεία, διολισθαίνει ασυνείδητα στον πιθηκισμό! Εδώ οφείλω να σας πω, ότι το πρωτόλειο μου “Ομολογίες”, του 1977, διαπνεόταν από το αγωνιστικό φρόνημα, που φυσούσε πανταχόθεν τότε με την κατάργηση, μάλιστα, της λογοκρισίας μετά την δικτατορία.
Δεν ήταν ο Ελύτης τότε στις προτιμήσεις μου. Γιατί η γραφή μου, στα εικοσιδυό μου χρόνια, ήταν μια κραυγή πλησιέστερη στη φωνή του Ρίτσου και του Γκίνσμπεργκ· και όμως, τρία χρόνια μετά, που εξέδωσα τη “Ρημαγμένη Πολιτεία”, κάποιοι είδαν ελυτική επίδραση από το “Άξιον εστί”.
Τυπικά, είχαν δίκιο. Αλλά η αλήθεια είναι, πως είχα σκύψει και είχα πιεί από την ίδια πηγή που ήπιε δεκαετίες πριν και ο Ελύτης: την Αγία Γραφή!
Θυμάμαι, στρατιώτης ακόμη στην Πάτρα, που σκεφτόμουν και σχεδίαζα τη “Ρημαγμένη Πολιτεία”, με τι όρεξη, διάβαζα τον Ιεζεκιήλ, Ιερεμία και Ησαΐα. Ξανά και ξανά, σαγηνευμένος από εκείνη την εξεγερτική γραφή τους· κι έτσι, πέρασε κάπως σαν ατμόσφαιρα στους στίχους μου», σημειώνει.
Όταν ζητήθηκε από τον κ. Γκρή να διακρίνει τον τρόπο επίτευξης της απόλυτης διάδρασης/επικοινωνίας μεταξύ ποιητή & αναγνώστη, απάντησε: «Διαχρονικό το ερώτημα σας, κύριε Νικηφοράκη, όπως είναι διαχρονική και η έγνοια του γραφιά ποιημάτων, να φτιάξει έργο άξιο εσαεί! Που θα μιλά δημιουργικά και προσιτά σ’ επιγενόμενους!
Εν ολίγοις, αν κατορθώσει ο ποιητής να αντικειμενικοποιήσει το προσωπικό του αίσθημα και την ατομική του ματιά, μιλώντας στον κάθε αναγνώστη, τότε πέτυχε, από αισθητικής πλευράς, το ευτυχέστερο αποτέλεσμα».
Οδυσσέας Ελύτης & Γιώργος Σεφέρης· άλλοτε ορμητικοί, άλλοτε αισθησιακοί· μα πάντοτε, διακριτικοί και αξιοθαύμαστοι εκφραστές των νοημάτων της ελληνικής γλώσσας. Οι μοναδικοί Έλληνες Νομπελίστες Λογοτεχνίας, χάρη «στην ποίησή τους, η οποία, με φόντο την ελληνική παράδοση, ζωντανεύει με αισθητοποιημένη δύναμη και πνευματική καθαρότητα βλέμματος τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για ελευθερία και δημιουργικότητα».
Ρωτώντας τον κ. Γκρή πώς συνέβαλε η επιτυχία παγκόσμιας εμβέλειας των Ελύτη & Σεφέρη στην εξέλιξη της ελληνικής ποίησης, αλλά και τη μετέπειτα αποδοχή του λογοτεχνικού έργου από το αναγνωστικό κοινό, δήλωσε πως «το Νόμπελ είναι, όντως, εφαλτήριο μίας, κατά περίσταση, παγκόσμιας αναγνώρισης.
Αν και όχι πάντα σύμμετρο με τη σοβαρότητα κι αξιοπιστία –βλέπε απονομή σε Τσώρτσιλ και αργότερα σε Κίσινγκερ!– με τη βράβευση των δύο Ελλήνων (σε διάστημα δεκαέξι χρόνων) ποιητών, θύμισε στην ανθρωπότητα, ότι η ποίηση έχει μήτρα γλώσσα ελληνική– αυτή που αρθρώνει κόσμος, θάλασσα, αέρας, άνθρωπος, γη, ψυχή, με τον ίδιο τρόπο ανελλιπώς από τον Όμηρο ώς τα σήμερα.
Μάλλον συνέβαλε τούτη η διπλή διάκριση στην εξέλιξη της ποίησής μας, με την έννοια ότι κυρίως παρόξυνε κι ενίσχυσε την έμφυτη ενόρμηση τού Έλληνα προς την ποίηση.
Τότε κάποια μειράκια της ποίησης, είδαν τον εαυτό τους μελλοντικό… νομπελίστα! Πάντως, συνέβαλλε αναντίρρητα και στην ευρύτερη διάδοση και αποδοχή του έργου τους– τόσο του Σεφέρη, όσο και του Ελύτη»!
Όταν καλέστηκε να καθορίσει τα έργα του Οδυσσέα Ελύτη, που θα εξακολουθήσουν ν’ αποτελούν σημεία αναφοράς στην ελληνική λογοτεχνία, επεσήμανε πως «η απάντηση στο ερώτημα, μοιραία τείνει να υποκαταστήσει τον μέγα κριτή και αλυτάρχη, τον χρόνο! Λαβαίνω την τόλμη, ωστόσο, με κάποια δόση αυθαιρεσίας –και χωρίς πρόθεση να παραβλέψω άλλα έργα του– να πω, ότι πάνω στην τράπεζα του απώτερου μέλλοντος θα διαγωνίζονται επάξια το “Άξιον εστί”, το “Φωτόδεντρο” και “Ο Μικρός Ναυτίλος”».
Το ανεξίτηλο στίγμα του κορυφαίου λογοτέχνη στον χώρο της ελληνικής ποίησης, συνοψίζεται κατά τον κ. Γκρή, σε μία μονάχα φράση.
«Ο Ελύτης έγινε παγκόσμιος, αφού πρώτα στερεώθηκε εξέχων ελληνικός! Μετουσίωσε με σπάνια δεξιότητα και λεπταίσθητο χάρισμα το ήθος το ελληνικό και το κατέστησε αξιακό αίτημα του κόσμου. Όπως έκανε περίπου έναν αιώνα πρωτύτερα, ο Χαίλντερλιν».
Αυτή είναι η χρυσή παρακαταθήκη του!
Λίγο πριν από τον επίλογο, εξυμνούνται τα στοιχεία της γλώσσας· ελεύθερη, δίχως χάσματα και συνάμα αυστηρή. Τα γνωρίσματα της γραφής του Οδυσσέα Ελύτη παραμένουν αναλλοίωτα ως και σήμερα, σύμφωνα με τον κ. Γκρή.
«Η ποίηση που αρχαιόθεν συνομίλησε με το Υψηλόν, έγινε πανανθρώπινη αξία! Δείτε, λόγου χάριν, την ποίηση των τραγικών. Η γλώσσα που του (μας) εδόθη στις αμμουδιές του Ομήρου πλούσια, πολύπλοκη κι ευλύγιστη, δύστροπη και χαρίεσσα, μα πάντα γενναιόδωρη και με το αίσθημα της υψηλής έκφρασης, που διαπερνά τον κορμό της ποίησης του· αυτά είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά, που κρατούν ακμαία την προσφορά του Οδυσσέα Ελύτη».
Ολοκληρώνοντας, ο κ. Ηλίας Γκρής καλείται να περιγράψει τον κόσμο της εγχώριας ποίησης, κατά την τρέχουσα περίοδο· βάσει του σπουδαίου παρελθόντος, όσον αφορά τη γέννηση εξεχόντων ανθρώπων της διανόησης.
«Αν η μεγάλη ποίηση της κλασσικής εποχής διασχίζοντας τους αιώνες, κατέχει τα πρωτεία στην παγκόσμια σκηνή, η ποίηση της εποχής μας, συνιστά ένα ανανεούμενο συνεχές διαρκώς αξιοτίμητο· και δεν είναι μόνον η “γενιά του ‘30” με τα σπουδαία της αναστήματα και οι αμέσως επόμενες δύο. Η γενιά μου, η “γενιά του ‘70”, δεν ανέδειξε μόνο αρκετούς καλούς ποιητές, αλλά και δυνατές ποιητικές φυσιογνωμίες. Ας κρατήσουμε τούτο».
Η σύγχρονη ελληνική ποίηση ήταν και είναι η ζώσα συνείδηση, που αγρυπνά στον παραπαίοντα κόσμο!
Οι σταθμοί του κ. Ηλία Γκρή
Ο Ηλίας Γκρής κατάγεται από την Κρέστενα Ολυμπίας. Σπούδασε οικονομικά και άσκησε τη δημοσιογραφία σε διάφορα μέσα· κυρίως, στη δημόσια τηλεόραση.
Εξέδωσε: «Ρημαγμένη πολιτεία» (1980, 1984), «Στα γεφύρια του κόσμου» (1982), «Εχθρικό τοπίο» (1983, 1985, 1990), «Λήθαργος κόσμος» (1987, 1990), «Η Έφεσος των αλόγων» (1993), «Αλφειός πρόγονος», (2005).
Εξέδωσε επίσης μία συλλογή διηγημάτων και δύο μυθιστορήματα. Επιμελήθηκε έναν τόμο για τον Τάκη Σινόπουλο, ενώ κυκλοφόρησε επιπλέον τρεις ανθολογίες και ένα βιβλίο δοκιμίων.
Μέρος του έργου του έχει συμπεριληφθεί σε ανθολογίες και έχει μεταφραστεί σε αγγλικά, ιταλικά, βουλγαρικά, γερμανικά, ρώσικα, ισπανικά & περσικά.
Διετέλεσε μέλος στην Επιτροπή Σεναρίων της ΕΡΤ (1993–1995) και στην Επιτροπή Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας της Κύπρου (2003-2005). Αποτελεί μέλος της ΕΣΗΕΑ και της Εταιρείας Συγγραφέων.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος