8 νέες ταινίες εν τω μέσω πανελληνίων εξετάσεων· σχεδόν κακό χιούμορ για τη βιωσιμότητά τους. Ταινίες που (φοβάμαι) δεν θα προλάβουν να βρουν το κοινό τους και φυσικά δεν θα δώσουν χώρο στις 7 ταινίες που έκαναν πρεμιέρα την προηγούμενη εβδομάδα για μια δεύτερη ευκαιρία. Μήπως τελικά χρειαζόμαστε την επέλαση των δεινοσαύρων (κυριολεκτικά) για να βαρέσουμε επανεκκίνηση;
Jurassic World: Κυριαρχία
Το απόλυτο φαν σέρβις του καλοκαιριού, ξεκίνησε σαν ένα όραμα του Στίβεν Σπίλμπεργκ· από αυτό έγιναν 3 ταινίες και ακολούθησε η επόμενη γενιά με άλλες τρεις. Η τελευταία ολοκληρώνεται με την “Κυριαρχία”. Οι δεινόσαυροι επιστρέφουν στις μεγάλες οθόνες και η ανθρωπότητα δεν έχει πολλά περισσότερα να προσθέσει σε αυτόν τον αγώνα για να νικήσει ο ισχυρότερος. Τέσσερα χρόνια μετά την καταστροφή της νήσου Νούμπλαρ, οι δεινόσαυροι έχουν εξαπλωθεί στη Γη, ζώντας και κυνηγώντας πλέον μαζί με τους ανθρώπους. Αλλά αυτή η ισορροπία -τί παράξενο- για ακόμα μια φορά θα χαθεί, όταν διαταραχθεί η ησυχία των ισχυρών ζώων. Ενόσω θα είναι σε εξέλιξη μια αγωνιώδης μάχη, το κοινό θα επανέρχεται στο δίλλημα που επέβαλαν οι ταινίες Jurassic πρώτης και δεύτερης γενιάς: Μπορεί ο νους να κερδίζει τη δύναμη;
Με τον Κρις Πρατ και τη Μπράις Ντάλας Χάουαρντ να συναντούν τους παλαίμαχους πρωταγωνιστές, τη Λόρα Ντερν, τον Τζεφ Γκόλντμπλαμ και τον Σαμ Νιλ, η τρίτη ταινία του νέου Ιουρασικού σύμπαντος, ίσως είναι και το τέλος αυτής της δημιουργίας.
Μετρητής Καρτών
Στον «Μετρητή Καρτών», ο Γουίλιαμ Τελ (Όσκαρ Αϊζακ), πρώην φυλακισμένος στρατιωτικός και χαρτοπαίχτης με ικανότητα να υπολογίζει τις πιθανότητες νίκης από τα χαρτιά που έχουν ανοιχτεί, θα μπει στον πειρασμό να αναλάβει μια μεγάλη μπίζνα. Καθώς παίρνει το ρίσκο, ανακαλύπτει την εξέλιξη ενός προγράμματος που στο μέλλον θα είναι η καταδίκη ανθρώπων με το ταλέντο του… Όπως και ένα μυστικό που ίσως φέρει δικαιοσύνη σε μια παλιότερη ανοιχτή υπόθεση.
Ο 75χρονος Πολ Σρέιντερ φτιάχνει μια ταινία χαρακτήρων που δεν αναλώνεται στα γεγονότα. Το απρόσμενο -αλλά καθαρό- τέλος, το σκοτεινό πλαίσιο του υπόκωφου μυστηρίου, η κριτική στο άμεσο παρελθόν της αμερικανικής ιστορίας, κάνουν αυτή τη δημιουργία μια στιβαρή πρόταση για το Σαββατοκύριακο.
Βαγόνι Αριθμός 6
Σε ένα τραίνο, κάπου στον Αρκτικό Κύκλο, ένας απότομος Ρώσος μεταλλωρύχος και μια γυναίκα με αμφίβολη ερωτική ταυτότητα θα αναγκαστούν να μοιραστούν την ίδια καμπίνα.
Είναι καθαρά θέμα οπτικής αν τελικά το βραβευμένο στο φεστιβάλ Καννών «Βαγόνι Αριθμός 6» από τη Φινλανδία θα σου αρέσει: αν το διαβάσεις ως love story, είναι μέτριο· αν όμως εστιάσεις στην περίεργη φιλία που αναπτύσσεται μεταξύ δύο ιδιαίτερων ανθρώπων, έχει ένα ενδιαφέρον. Αυτή η ταινία βαθυστόχαστης κουβέντας χαρίζει πλάνα με όμορφα τοπία, σκηνές δύσκολης κινηματογράφησης μέσα στο τραίνο και κάποια διαλογικά μέρη όπου φιλοσοφία και καθημερινότητα συναντιούνται ομαλά.
Παρίσι, 13ο Διαμέρισμα
Δύο ιστορίες σε ασπρόμαυρο -με λίγα δευτερόλεπτα χρώμα-. Στις Ολυμπιάδες του Παρισίου η Ασιάτισσα Εμιλί (Λουσί Ζανγκ) θα συγκατοικήσει με -και στη συνέχεια θα ερωτευτεί- τον εκπαιδευτικό Καμίλ (Μακίτα Σάμπα) που δεν επιθυμεί δεσμεύσεις. Μήνες αργότερα και αφού το ρομάντζο δεν έχει αίσια κατάληξη, εκείνος θα ερωτευτεί την Νορά (Νοεμί Μερλάν), μια φοιτήτρια που η ομοιότητα της με μια επαγγελματία του cyber sex θα την αναγκάσει να παρατήσει τις σπουδές της από το bullying που θα υποστεί· όταν όμως γνωρίσει το κορίτσι πίσω από την κάμερα (Τζένι Μπεθ), θα αρχίσει να ανακαλύπτει τις πραγματικές της επιθυμίες.
Με ένα απούλητο αναπηρικό καροτσάκι να υπογραμμίζει την αναπηρία στις σχέσεις, και την ξανθιά περούκα να προοικονομεί τη φενάκη που θα αντιμετωπίσει η Νόρα, η ταινία εξελίσσεται σε ένα γλυκόπικρο franco–ethnique romance για ένα τρίο –που δεν είναι τρίο– στην πορεία τους να αποδεχτούν ότι χωρίς έρωτα είναι μίζεροι και βαρετοί. Η ταινία όμως κάθε άλλο παρά μιζέρια και βαρεμάρα φέρει. Είναι ένα ταξίδι στην καθημερινοτητα των επιθυμιών, όπου αυτό που μας μοιάζει ίσως είναι και αυτό που μας γεμίζει.
Ο Ζακ Οντιάρ απαντά μέσα από τους διαλόγους στο γιατί έκανε μια αταξινόμητη ταινία όπως το «Παρίσι: 13ο διαμέρισμα»: «Όταν μιλάς στον απλό κόσμο με απλότητα, τον σκηνοθετείς».
Χαμένες Ψευδαισθήσεις
Στο Παρίσι του 19ου αιώνα όπου κυριαρχούσε ακόμα πιο έντονα ο νόμος του κέρδους και της υποκρισίας, ο Λισιέν ψάχνοντας την καλλιτεχνική φωνή του, θα χάσει την ψυχή του, υπογράφοντας κείμενα σε εφημερίδες εύπορων υποστηρικτών των δύο κυρίαρχων πολιτικών πόλων. Στις «Χαμένες Ψευδαισθήσεις» παρακολουθούμε μια ερωτική ιστορία που δεν εξελίσσεται ομαλά, ενός ποιητή που μαθαίνει το ξέπλυμα της τέχνης μέσα από πληρωμένες κριτικές, και εκπαιδεύεται στο χρηματιστήριο προσβολών την εποχή της ανόδου του βουλεβαράτου αλλά και των πληρωμένων σφυριγμάτων.
Η βραβευμένη με 7 Σεζάρ ταινία θα μπορούσε να είναι μια αφοπλιστική κριτική στο σήμερα με τους influencers άλλων εποχών να ξεπουλιούνται στις χορηγίες, και να διαπραγματεύονται έναντι αδρής αμοιβής την εξαγορά της εύνοιας τρίτων, με κολακίες και επινοήσεις… (κάτι μας θυμίζουν όλα αυτά, μόνο που πλέον έχουν το όνομα «λίστα» και όχι «εξαγορά»).
Από το ντομάτιασμα του αγάλματος του Ρακίνα, στον φόβο της 4ης εξουσίας, η φιλοδοξία αλλά και η αμφισβήτηση της αξίας αναπτύσσονται σε έναν άξονα που το παράλογο πρεσβεύει. Θα μπορούσε να είναι μια σαγηνευτική ταινία για την ηδονή της καλής κριτικής και της εξουσίας που συνεπάγεται, όμως, δυστυχώς, όπως οι περισσότερες γαλλικές ταινίες, πλατιάζει, υπεραναλύει, φιλοσοφεί και προσθέτει ερωτική υπο-ιστορία που απλά επιβραδύνει την εξέλιξη της δράσης. Υποφέρει άραγε κανείς από τους πόνους της αξιοπρέπειας σε έναν κόσμο όπου οι πίθηκοι διαλέγουν βιβλία και κριτικές σε εφημερίδες που φέρουν το όνομα «Κουρσάρος Σατανάς»;
Το βαθύτερο νόημα της ταινίας συμπυκνώνεται σε μια πρόταση: «η προδοσία είναι δωρεάν και δεν χαρίζεται σε κανέναν».
Σήμερα Φτιάχνουμε τον Κόσμο
Σε ένα reality τύπου Τζέρι Σπρίνγκερ και παρατράγουδα ο επιτυχημένος Νταβίντ Σαμαράς -γνωστός και ως ο Έλληνας– (ναι, εχει το όνομα του γνωστού μοντέλου) χτίζει την καριέρα του. Ήδη βρίσκεται αρκετά χρόνια απομακρυσμένος από τον γιο και την πρώην γυναίκα του. Μοναδική του ενασχόληση είναι να βρίσκει νέες σάχλες ιδέες που δίνονται για ανάπτυξη. Όταν θα προάγουν την πρώην γυναίκα του Σιλβίνα Λασάρτε (Ναταλία Ορέιρο) στη Μαδρίτη και θα χρειαστεί να φύγει από την Αργεντινή, θα υποψιαστεί κάτι που δεν είχε περάσει ποτέ από το μυαλό του: ότι ο γιος του… δεν είναι γιος του. Ο ξαφνικός θάνατός της σε δυστύχημα θα αφήσει τον μικρό ορφανό και εκείνον να ψάχνει πραγματικά πια “πώς μπορεί να κάνει τον κόσμο μας καλύτερο” (αυτό δηλαδή που προδίδει ο τίτλος). Η ζωή του αλλάζει όσο και το προγραμμα της τηλεόρασης: από το να βγάζουμε τα άπλυτα μας στη φόρα, πάμε στην εξαγορά τουρκικών προγραμμάτων, δηλαδή προβλημάτων που στην πραγματικότητα δεν μας αφορούν. Η Σιλβίνα βλέπετε ήταν για όλους κάτι σημαντικό εκτός από εκείνον, και όταν θα το ανακαλύψει, δεν θα μπορέσει να της το γνωστοποιήσει.
Γλυκιά ταινία ενηλικίωσης, με δυνατό πρώτο και δεύτερο μέρος που βγάζουν γέλιο και ένα πιο κοινότυπο τρίτο μέρος. Όλο το νόημα της ταινίας, κρύβεται σε μια φράση που ακούγεται προς το τέλος της: «Σημασία δεν έχει αν ό,τι κάνουν οι ηθοποιοί είναι αλήθεια ή ψέματα. Σημασία έχει να το πιστεύεις». Και εδώ το πιστεύεις. Μια σκηνή που αξίζει να δείτε είναι αυτή που πατέρας και γιός συζητούν για την αχρωματοψία του δεύτερου, παρουσία του μπάτλερ ενός ζωγράφου:
–Πώς βλέπεις όταν βλέπεις;
–Όπως εσύ αλλα διαφορετικά.
–Για εσένα είναι κόκκινο για εμένα πράσινο.
–Και πως ξέρεις ότι εσύ δεν βλέπεις σωστά τα χρώματα;
Λίγο αργότερα μαθαίνουμε ότι για το τρίτο πρόσωπο, το χρώμα δεν ήταν ούτε κόκκινο, ούτε πράσινο αλλά… Βυσσινί.
Ο Γάιδαρος, ο Εραστής μου κι Εγώ
Τα κακόμοιρα «γαϊδούρια» φέρουν εκτός από το κουβάλημα αιώνων, την ιδιότητα του ακαμάτη, αναίσθητου, κακότροπου. Όταν στην πρόταση «ο γάιδαρος, ο εραστής μου και εγώ», το άρθρο και ο σύνδεσμος μετατραπούν σε διαζευκτικά «η», τότε κάποιος από τους τρεις θα φάει «ήττα». Ο Βλαντιμίρ θα ακυρώσει στην ερωμένη του -και δασκάλα της κόρης του- τις προγραμματισμένες τους καλοκαιρινές διακοπές, καθώς η σύζυγός του έχει κανονίσει μια 6ημερη εξόρμηση πεζοπορίας με γαϊδούρι. Η Αντουανέτ θα θελήσει να του κάνει έκπληξη και να τον ακολουθήσει στο ταξίδι του, για κακή της τύχη όμως θα κλείσει σε άλλο πεζοπορικό σύλλογο, πλησίον. Αγνοώντας ότι περιπλανιέται στη φύση για τους λάθος λόγους, ψάχνοντας τον εαυτό της αντισυμβατικά, με εκτεταμένους μονολόγους και μοναδικό ακροατή τον γαϊδαράκο, θα καταλάβει πως έχει πάρει λάθος μονοπάτι στη ζωή της.
Η Λορ Καλαμί, με αφοπλιστική απλότητα και ευκολία στο τσαλάκωμα, μεταμορφώνει ένα κοινότυπο σενάριο σε έναν ύμνο γυναικείας απελευθέρωσης, ο δε Πατρίκ -ο τετράποδος συνοδοιπόρος της- γίνεται προέκταση του εαυτού της που ξέρει τις σωστές απαντήσεις για εκείνη, βοηθώντας τη να ξεπεράσει τον έρωτα στη γαλλική φύση.
Το Θολό Ποτάμι του Μπαασίμ
Στο ντοκιμαντέρ του δικού μας Θωμά Σίδερη «Το Θολό Ποτάμι του Μπαασίμ» καταγράφεται η πορεία δέκα χρόνων και το πέρασμα σε 9 χώρες, του ανήλικου Κούρδου πρόσφυγα Ραφίκ που αναζητούσε τον αδελφό του Μπαασίμ από τη Συρία μέχρι την Ουγγαρία ακολουθώντας το βουβό ανθρώπινο ποτάμι προσφύγων.
Η Γκαρσονιέρα
Τέλος, με λιγότερα λόγια (αλλά περισσότερη εικόνα), μια από τις πιο όμορφες πικρές κωμωδίες όλων των εποχών σε επανέκδοση! «Η Γκαρσονιέρα». Η βραβευμένη με 5 Όσκαρ ταινία του Μπίλυ Γουάιλντερ, φέρνει κοντά τη Σίρλευ Μακλέιν και τον Τζακ Λέμον σε δύο κλασσικές πλέον ερμηνείες. Μια κοπέλα που ζει με τα ψέματα του παντρεμένου εραστή της, φιλοξενείται κατά διαστήματα στη γκαρσονιέρα ενός υπαλλήλου του δεύτερου. Η τυχαία συνάντηση τους θα γίνει μοιραία όταν ανακαλύψουν πως μέσα στην ανάγκη τους για να γευτούν αγάπη, γίνονται έρμαια της αφέλειάς τους. Οδυνηρό σαν τον έρωτα, μοναχικό όπως ο χωρισμός και αληθινό όπως οι πληγές που μας αφήνουν τα πιο διακριτικά σημάδια στο σώμα μας. Με λίγα λόγια, μια από τις 100 ταινίες που πρέπει να βλέπουμε ξανά και ξανά πολλές φορές στη σύντομη ζωή μας.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος