Του Πολυδεύκη Παπαδόπουλου
Η ημι-προεδρική δημοκρατία της Γαλλίας βασίζεται σε παρόμοιο σύστημα για την εκλογή του Προέδρου, καθώς και των μελών του Κοινοβουλίου. Και στις δύο περιπτώσεις, αν δεν εκλεγεί ένας υποψήφιος από τον πρώτο γύρο με απόλυτη πλειοψηφία επί των ψηφισάντων, τότε ακολουθεί δεύτερος γύρος στον οποίο μετέχουν μόνον οι δύο πρώτοι.
Σε ό,τι αφορά τον Πρόεδρο, μετά από τη συνταγματική μεταρρύθμιση του 1962, αυτός εκλέγεται απευθείας από τους πολίτες, υποχρεούμενος να λάβει το 50%+1 από τον πρώτο ή τον δεύτερο γύρο που γίνεται μετά 15μερο. Να σημειωθεί, πάντως, ότι ποτέ από την εφαρμογή του συστήματος αυτού ο Πρόεδρος δεν έχει εκλεγεί από τον πρώτο γύρο. Επίσης, από την έναρξη της Πέμπτης Δημοκρατίας το 1958 και έως τις εκλογές του 2002 η θητεία του Προέδρου ήταν επταετής. Έκτοτε η θητεία έγινε πενταετής, συμπίπτοντας με τη διάρκεια μιας πλήρους κοινοβουλευτικής θητείας, εφόσον ο βίος της Εθνοσυνέλευσης δεν έχει διακοπεί και δεν έχουν προκληθεί πρόωρες εκλογές.
Σε ό,τι αφορά τις βουλευτικές εκλογές, το σύστημα της Γαλλίας περιλαμβάνει δύο σώματα, την Εθνοσυνέλευση και τη Γερουσία.
Τα μέλη της πρώτης εκλέγονται για πέντε χρόνια με μονοεδρικό πλειοψηφικό σύστημα. Βάση αυτού, όλη η χώρα είναι χωρισμένη σε 577 μονοεδρικές περιφέρειες, οι έδρες των οποίων κατακτώνται από όποιον λάβει, επίσης, το 50%+1 στον πρώτο γύρο ή στον επαναληπτικό μετά δύο εβδομάδες. Στον δεύτερο γύρο κατέρχονται οι δύο πρώτοι, ενώ έχει δικαίωμα συμμετοχής και ο τρίτος, εφόσον έχει λάβει τουλάχιστον το 12,5% στον πρώτο γύρο. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει ο λεγόμενος «τριγωνικός γύρος». Συνήθως οι υποψήφιοι των συγγενέστερων κομμάτων ως προς τους δύο πρώτους παραιτούνται στον δεύτερο γύρο, ακόμη κι αν έρθουν στην τρίτη θέση με περισσότερο από 12,5%. Ωστόσο αυτό δεν γίνεται πάντα και συνήθως δεν συμβαίνει με τους υποψηφίους του Εθνικού Μετώπου, όταν έρχονται τρίτοι και υπερβαίνουν αυτό το όριο, για να επιδείξουν την πλήρη αντίθεσή τους με τους υποψήφιους της κεντροδεξιάς ή κεντροαριστεράς που παραμένουν στην κούρσα. Πάντως, με το σύστημα αυτό η αποχή παίζει ένα ρόλο-κλειδί, καθώς περιορίζει τις πιθανότητες τριγωνικών επαναληπτικών γύρων.
Στο σύστημα της Γαλλίας, όπου ο θεσμός του Προέδρου είναι ισχυρός συνταγματικά (ενισχυόμενος από το γεγονός της απευθείας εκλογής από τους πολίτες), ο ρόλος της Εθνοσυνέλευσης είναι δευτερεύων. Ο Πρόεδρος έχει το δικαίωμα διάλυσης του σώματος και επαναπροκήρυξης εκλογών πριν τη λήξη της θητείας του, ενώ και ο ορισμός του πρωθυπουργού γίνεται από τον ίδιο. Ωστόσο, εν συνεχεία ο πρωθυπουργός, αφού σχηματίσει την κυβέρνησή του, πρέπει να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από την Εθνοσυνέλευση. Αν ένας πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του απωλέσουν την εμπιστοσύνη του σώματος, τότε ανατρέπονται και η διαδικασία πρέπει να επαναληφθεί.
Η Εθνοσυνέλευση μοιράζεται τις νομοθετικές εξουσίες με το δεύτερο κοινοβουλευτικό σώμα που είναι η Γερουσία. Διατηρεί όμως την πρωτοβουλία στο νομοθετικό έργο, εκτός από την περίπτωση της αναθεώρησης του Συντάγματος, όπου τα δύο σώματα είναι ισότιμα.
Η Γερουσία αποτελείται από 348 μέλη, τα οποία εκλέγονται για εξαετή θητεία όχι από το σύνολο των πολιτών, αλλά από τους λεγόμενους «μεγάλους εκλέκτορες», οι οποίοι είναι τα περίπου 150.000 μέλη όλων των οργάνων τοπικής αυτοδιοίκησης της Γαλλίας (περιφερειακής, νομαρχιακής, δημοτικής). Για το λόγο αυτό η κομματική σύνθεση της Γερουσίας μπορεί να διαφέρει από αυτή της Εθνοσυνέλευσης, δημιουργώντας δυσκολίες στο νομοθετικό έργο της κυβέρνησης (για την οποία, ωστόσο, η Γερουσία δεν μπορεί να υποβάλει και να ψηφίσει μορφή). Καθώς η Γερουσία ελεγχόταν πάντα στην Πέμπτη δημοκρατία από τα κεντροδεξιά κόμματα, αυτό ήταν ένα πρόβλημα για τις σοσιαλιστικές κυβερνήσεις και το οποίο αντιστράφηκε το 2011, όταν τα κεντροαριστερά και αριστερά κόμματα της Γαλλίας απέκτησαν για πρώτη φορά τον έλεγχο της Γερουσίας.
Γενικότερα, ο γαλλικός κοινοβουλευτισμός έχει μειωμένη ισχύ όταν στα δύο σώματα και κυρίως στην Εθνοσυνέλευση διαθέτει την πλειοψηφία -μόνο του ή με συμμαχίες- το κόμμα που υποστηρίζει τον Πρόεδρο της χώρας. Και καθώς βουλευτικές εκλογές προκηρύσσονται πάντα μετά τις προεδρικές, οι Γάλλοι από παράδοση δίνουν στον νεοεκλεγέντα Πρόεδρο μια άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, για να εφαρμόσει, κατ’ αρχήν το πρόγραμμά του. Απ’ την άλλη, ο ρόλος των νομοθετικών σωμάτων γίνεται πιο σημαντικός όταν ο Πρόεδρος υποχρεώνεται στη λεγόμενη “συγκατοίκηση” με μια αντίθετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και ιδίως σε ό,τι αφορά την Εθνοσυνέλευση. Τότε το γαλλικό σύστημα από Ημι-προεδρικό γίνεται περισσότερο «κοινοβουλευτικό», μια και ο Πρόεδρος πρέπει να ορίσει πρωθυπουργό από το αντίθετο στρατόπεδο και με τον οποίο να συνεργάζεται πολιτικά. Αυτό έχει συμβεί μέχρι τώρα τρεις φορές κατά τη διάρκεια της Πέμπτης Δημοκρατίας και πρόκειται για τη συγκατοίκηση Προέδρου Μιτεράν – Πρωθυπουργού Σιράκ (1986 –88), Προέδρου Μιτεράν-Πρωθυπουργού Μπαλαντύρ (1993 –95) και Προέδρου Σιράκ –Πρωθυπουργού Ζοσπέν (1997 –2002).
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος