Προθεσμία για να απολογηθεί την Πέμπτη στον ανακριτή έλαβε ο ελαιοχρωματιστής που κατηγορείται για την κλοπή των αριστουργημάτων του Πικάσο και του Μοντριάν από την Εθνική Πινακοθήκη τον Ιανουάριο του 2012. Ο δράστης, που ομολόγησε την πράξη του, έδωσε στην κατάθεσή του όλες τις λεπτομέρειες για την «κλοπή του αιώνα».
Στην κατάθεσή του, ο κατηγορούμενος φέρεται να σημείωσε ότι αυτό που έκανε το έχει βάρος στη συνείδησή του και δεν μπορεί να κοιμηθεί, ομολογώντας ότι το 2012 είχε μπει στην Εθνική Πινακοθήκη και είχε πάρει 3 πίνακες. Σύμφωνα με πληροφορίες, σημείωσε ότι έχει μετανιώσει πάρα πολύ για την πράξη του και πως από πάντα τον ενδιέφεραν τα έργα τέχνης.
Ο 49χρονος φέρεται να κατέθεσε ότι έκανε συνεχείς επισκέψεις στην Εθνική Πινακοθήκη και απέκτησε οικειότητα με τα έργα και τον χώρο ώσπου πίστεψε ότι ένα από αυτά μπορεί να γίνει δικό του. «Αυτές οι σκέψεις με βασάνιζαν 2 χρόνια περίπου και με οδήγησαν να κάνω το μεγαλύτερο λάθος της ζωής μου» φέρεται να είπε ο κατηγορούμενος.
Ο δράστης προετοίμαζε 6 μήνες το σχέδιό του. Φέρεται να έκανε λόγο για πολλές επισκέψεις του στην Πινακοθήκη και να εξήγησε πως λόγω της ενασχόλησής του με τις οικοδομές γνώριζε τα οικοδομικά υλικά και μπορούσε να καταλάβει πού υπήρχε τσιμεντένιος τοίχος και πού γυψοσανίδα.
«Καθόμουν ώρες στο εσωτερικό παρατηρώντας όχι μόνο τα έργα τέχνης αλλά και τη διαμόρφωση του χώρου, τη συμπεριφορά των φυλάκων, πού υπήρχαν παράθυρα, κάμερες… Επίσης το ίδιο έκανα και στον περιβάλλοντα χώρο. Έπαιρνα καφέ και καθόμουν για ώρες γύρω από την Πινακοθήκη. Δεν θυμάμαι πόσες βραδιές καθόμουν κρυμμένος στα φυτά και παρατηρούσα τους φύλακες. Μπορεί να το είχα κάνει και πάνω από 50 φορές μόνο το τελευταίο εξάμηνο πριν από την κλοπή» φέρεται να κατέθεσε ο κατηγορούμενος, καταλήγοντας ότι έτσι κατάφερε και απέκτησε πάρα πολύ καλή γνώση των συστημάτων ασφαλείας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, είπε ότι ήξερε όλες τις συνήθειες των φυλάκων, πότε άλλαζαν βάρδια, ποιος κάπνιζε, ποιος έβγαινε στον κήπο… Ήξερε ότι είχαν μειωθεί τον τελευταίο καιρό λόγω της οικονομικής κρίσης, γνώριζε ότι υπήρχε και συναγερμός.
Όταν αποφάσισε να κάνει την κλοπή – όπως φέρεται να κατέθεσε – δεν είχε αποφασίσει ποιο έργο θα έπαιρνε αλλά μόνο ότι ήθελε να πάρει κάποιο. Ανέφερε ότι πήγε στο Μοναστηράκι, αγόρασε μαύρες αρβύλες, υφασμάτινα γάντια, μαύρο παντελόνι, ένα μαύρο μπλουζάκι, μια μαύρη κουκούλα που άφηνε ακάλυπτα μόνο τα μάτια και ένα μαύρο σάκο… Από τα οικοδομικά του εργαλεία είπε ότι χρησιμοποίησε ένα σφυρί, ένα σιδερένιο καλέμι και ένα κοπίδι.
Ο 49χρονος φέρεται να είπε ότι η επιλογή της ημέρας της κλοπής ήταν τυχαία.
Έμενε στο σπίτι θείου του, περιέγραψε τη διαδρομή με τρένο και μετρό μέχρι τον Ευαγγελισμό. Φέρεται να κατέθεσε ότι μπήκε στο πάρκο και πήγε σε μια ξύλινη αποθήκη που ήταν εκεί, μπήκε και άλλαξε τα ρούχα μου και κατά τις 9 το βράδυ βγήκε και πήγε προς την Πινακοθήκη.
Ο δράστης περιέγραψε ότι πήδηξε μάντρες και ταράτσα με βάση τις λεπτομέρειες που είχε καταγράψει. Περιέγραψε στους αστυνομικούς πώς μπήκε στην Πινακοθήκη από ανασφάλιστη μπαλκονόπορτα, φέρεται να είπε ότι παραπλάνησε τον φύλακα κάνοντάς τον να πιστέψει ότι υπάρχει τεχνικό πρόβλημα στις ζώνες του συναγερμού. Στις 4 τα ξημερώματα άνοιξε την μπαλκονόπορτα και μπήκε μέσα, αφήνοντας την ανοιχτή και μέσα σε 7 λεπτά έκλεψε του πίνακες.
Ο κατηγορούμενος φέρεται να είπε ότι μπήκε μπουσουλώντας στον κυρίως χώρο και σε μια αίθουσα. Πήγε περπατώντας μέχρι τις σκάλες απέναντι και άρχισε να τις ανεβαίνει μπουσουλώντας. Μπήκε μπουσουλώντας στην αίθουσα και άρχισε να κουνάει τα χέρια του ώστε να καταλάβει αν δουλεύουν τα ραντάρ του συναγερμού.
«Επειδή δεν άκουσα κανέναν συναγερμό υπέθεσα πως ο φύλακας τον είχε απενεργοποιήσει. Σηκώθηκα όρθιος και βρέθηκα μπροστά στον πίνακα του Πικάσο. Τον ξεκρέμασα με την κορνίζα που ήταν βαριά, τον άφησα στην άκρη της σκάλας και πήρα άλλον έναν πίνακα του Μοντριάν ενώ ξεκρέμασα έναν ακόμη» φέρεται να κατέθεσε.
Χρειάστηκε 5 με 7 λεπτά για να βγάλει τις κορνίζες γιατί δεν χωρούσαν στο σάκο.
Έβαλε στο σάκο τους δυο πίνακες και εκείνη την ώρα άκουσε τον φύλακα να έρχεται και να φωνάζει: «κλέφτης, κλέφτης, σταμάτα». Δεν γύρισε, όπως είπε, να τον κοιτάξει. Σηκώθηκε και χωρίς να πει τίποτα κάνοντας τρία τέσσερα βήματα μπήκε σε τρύπα που είχε ανοίξει ανάμεσα στις γυψοσανίδες. Βγήκε στο ταρατσάκι και πέρασα στο πεζοδρόμιο. Τη στιγμή εκείνη, «μου φαίνεται ότι κόπηκα από κάποια γυαλιά, πήρα ένα χαρτί που είχε επάνω του ένα σχέδιο το οποίο ήταν έκθεμα, σκούπισα το χέρι μου και το έβαλα στην τσέπη μου».
Στη συνέχεια βγήκε στη Λ. Β. Κωνσταντίνου τρέχοντας, ενώ άκουγε τον συναγερμό της Πινακοθήκης να χτυπάει και σειρήνες περιπολικών. Μπήκε στην αποθηκούλα απέναντι από το πάρκο. Οι αστυνομικοί έψαξαν το πάρκο – όπως φέρεται να είπε – αλλά δεν άνοιξαν την αποθήκη γιατί η πόρτα ήταν κλειστή. Βγήκε μετά από πολύ ώρα. Πήγε στη στάση του λεωφορείου, ρώτησε δυο κοπέλες τι συμβαίνει και τελικά επέστρεψε σπίτι με ταξί.
Σύμφωνα με πληροφορίες, κατέθεσε ότι το ματωμένο σχέδιο ήταν μολύβι και το πέταξε στη λεκάνη της τουαλέτας.Τους πίνακες αρχικά τους έκρυψε σε έπιπλο της μεγάλης τουαλέτας στο σπίτι. Τα ρούχα και τα εργαλεία τα πέταξε τις επόμενες ημέρες στα σκουπίδια.
Ανέφερε ότι η κλοπή σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε αποκλειστικά από εκείνον και πως δεν υπήρχε συνεργός. Φέρεται να υποστήριξε, επίσης, ότι δεν είχε σκοπό να πουλήσει τους πίνακες, ούτε έκανε ποτέ καμία τέτοια προσπάθεια.
«Εγώ βρισκόμουν μεταξύ Ελλάδας, Ολλανδίας και Αγγλίας. Κάποια στιγμή εκμυστηρεύτηκα σε μια κοπέλα που είχα σχέση στην Αγγλία ότι είχα τους πίνακες αλλά δεν έδωσε βάση στα λεγόμενά μου».
Κάποια στιγμή, όπως ανέφερε, πανικοβλήθηκε από δηλώσεις που είδε στον Τύπο καθώς θεώρησε ότι τον φωτογραφίζουν λέγοντας ότι πρόκειται για δράστη υπεράνω υποψίας.
Γύρισε στην Ελλάδα τον Φεβρουάριο του 2021 για οικογενειακούς λόγους, ιδιαίτερα ψυχικά φορτισμένος και τότε τύλιξε μέσα σε πλαστικές σακούλες του πίνακες και κάποια μέρα του Μάιου τους πήρε και πήγε μόνος μου στο Πόρτο Ράφτη.
Πήγε σε ένα ρέμα και σε ένα μεγάλο και πολύ πυκνό θάμνο έκρυψε τους πίνακες.
«Έφυγα και γύρισα μετά από μια δυο ημέρες για να ελέγξω. Πήγα στο σημείο αλλά δεν τους βρήκα. Εκείνη την στιγμή ανακουφίστηκα γιατί υπέθεσα πως κάποιος τους βρήκε οπότε θα τους παραδώσει. Την ημέρα που τους άφησα με είχε δει ένας νεαρός… Σήμερα με πλησίασαν αστυνομικοί και μου ζήτησαν να τους ακολουθήσω … Προσφέρθηκα αβίαστα και με ανακούφιση να βοηθήσω… Πήγαμε στο σημείο που τους έδειξα. Τελικά οι πίνακες ήταν 10 μέτρα παρακάτω από το σημείο που τους έδειχνα. Όταν άκουσα στον αστυνομικό να λέει ότι βρήκαν το δέμα, κατάλαβα ότι βρέθηκαν, ξέσπασα σε κλάματα και έπεσα στο έδαφος ευχαριστώντας τους. Τόσο μεγάλος ήταν ο καημός μου να τους επιστρέψω».
Ο δράστης φέρεται να είπε ότι έχει «μετανιώσει σκληρά». Δήλωσε την πλήρη μεταμέλειά του και κατέληξε πως ξέρει ότι θα τιμωρηθεί αλλά ζητάει επιείκεια.
Πηγή: ΕΡΤ
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος