Ο Ικαριώτης Φάνης Σεϊντάνης ήταν ένας από τους χιλιάδες νησιώτες που αναγκάστηκαν στα δύσκολα χρόνια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, να πάρουν το δρόμο της προσφυγιάς.
Τον συναντήσαμε στον Άγιο Κήρυκο της Ικαρίας, στις 27 Ιουλίου 2018 στα πλαίσια των δύο εκδηλώσεων βιβλιοπαρουσίασης του βιβλίου «Αιγαιοπελαγίτες Πρόσφυγες στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο» και είχαμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε μαζί του και να καταγράψουμε την μαρτυρία του.
-Πότε φύγατε για το προσφυγικό ταξίδι;
-Φύγαμε την άνοιξη του 1942 από το μικρό λιμανάκι του Άγιου Φωκά. Ξεκινήσαμε από το χωριό μου το Περδίκι της Ικαρίας, νύχτα για να μην μας πάρουν χαμπάρι οι Ιταλοί και φτάσαμε την αυγή στην Τουρκία. Εγώ που γεννήθηκα το 1930 ήμουν τότε 12 χρονών και φύγαμε ο πατέρας μου, η μάνα μου και τα τέσσερα παιδιά, εγώ ήμουν ο μεγαλύτερος από τα αδέρφια μου.
Ο βαρκάρης ήταν ένας Κόχυλας από τις Ράχες και για ναύλα έδινε ο καθένας ό,τι είχε και μπορούσε, εμείς δώσαμε κάτι χρυσαφικά της μάνας μου. Το ταξίδι μας από καιρό, ήταν καλό.
-Τι θυμόσαστε από τα πρώτα βήματα στην Τουρκία;
-Στην Τουρκία η μάνα μου μας έλεγε όταν πηγαίναμε στο βρυσάκι να βάλουμε νερό σε κάτι σταμνάκια που είχαμε, όταν έρχονταν Τούρκος να πάρει νερό, να περιμένουμε να το πάρει και να φύγει και μετά να πάμε εμείς, γιατί μερικοί θυμώνανε που περιμένανε και έσπαγαν τα σταμνάκια που είχαμε.
Μείναμε 4-5 μήνες στον Τσεσμέ, όπου για τους πρόσφυγες είχαν διατεθεί χώροι σε παλιές αποθήκες, σε παλιούς σινεμάδες και ένα παλιό στρατόπεδο.
-Πώς συνεχίστηκε το ταξίδι;
-Από εκεί και ενώ τον πατέρα μου τον είχαν πάρει για στρατιώτη, μας πήγαν με τρένο στο Χαλέπι όπου κάτσαμε κοντά ένα μήνα. Από εκεί μας πήγαν στο στρατόπεδο προσφύγων στο Ελ Σατ και κάτσαμε κοντά δύο μήνες.
Από εκεί με αυτοκίνητα μας πήγαν στο Πόρτ Σάιντ και με βαπόρι στο Νταρ Ελ Σαλάμ της Τανζανίας. Ακολούθως στην πόλη Κιγκόμα (αγγλική αποικία) και με καραβάκι μας πέρασαν από τη λίμνη προς την πόλη Γκιτέκα στο Βελγικό Κογκό.
Εκεί μείναμε σε προσφυγικό καταυλισμό σε σπίτια. Εμάς μας έδωσαν δύο δωμάτια, στο ένα έμενε η μάνα με το πιο μικρό από τα αδέρφια μου και στο άλλο μέναμε οι υπόλοιποι.
-Πήγατε σχολείο στα χρόνια της προσφυγιάς;
-Συνέχισα το σχολείο εκεί, είχαμε μία δασκάλα από τη Χίο, ενώ είχαμε και παπά και κάναμε και λειτουργίες. Η δασκάλα μας μάθαινε ό,τι μπορούσε, αλλά είχαμε ελλείψεις, έτσι όταν γυρίσαμε πίσω ο πατέρας μου με έστειλε άλλα δύο χρόνια στο σχολείο (το δημοτικό το είχα τελειώσει πριν φύγουμε στην προσφυγιά) για να καλύψω τα κενά.
-Ποιες ήταν οι σχέσεις σας με τον τοπικό πληθυσμό;
-Παίζαμε με τα μαυράκια και είχαμε καλές σχέσεις μαζί τους. Ήμασταν φίλοι με τους μαύρους, ήμασταν τέσσερα παιδιά και εγώ ο μεγαλύτερος και στο τέλος του μήνα οι υπεύθυνοι για τη λειτουργία του κέντρου προσφύγων, δεν έδιναν το προσφυγικό επίδομα στη μάνα μου γιατί μας άφηνε να κάνουμε παρέα και να παίζουμε με τους μαύρους. Οι Εγγλέζοι που έκαναν κουμάντο στους προσφυγικούς καταυλισμούς, τους σάπιζαν στο ξύλο και όταν φύγαμε για την επιστροφή, οι μαύροι ήθελαν να φύγουν μαζί μας, ήταν καλοί οι μαύροι.
-Πότε γυρίσατε;
-Γυρίσαμε το 1946 με καράβι από το Πόρτ Σάιντ, το «Τριπολιτάνια» και μας πήγε στη Χίο και από εκεί με καΐκι μας πήγαν στον Εύδηλο Ικαρίας.
Στην ίδια εκδήλωση που συναντήσαμε τον κ. Σεϊντάνη, μίλησε ο αντιδήμαρχος του Δήμου Ικαρίας Νίκος Λαρδάς.
Στην ομιλία του τόνισε ότι και σήμερα είναι ίδια τα αίτια που οδηγούν στην προσφυγιά και αυτό είναι η καπιταλιστική βαρβαρότητα, που αν τότε ήταν οι δυνάμεις του φασισμού – ναζισμού, σήμερα είναι η Ε.Ε. το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ. Στάθηκε στη φιλική αντιμετώπιση της πλειονότητας του τουρκικού λαού απέναντι στους δικούς μας πρόσφυγες εκείνης της εποχής, σε αντίθεση με τα παραστρατιωτικά σώματα που ήταν οι πρόγονοι των Γκρίζων Λύκων. Αναφέρθηκε στην εκπαίδευση των προσφυγόπουλων που τότε ήταν δεδομένη, ενώ σήμερα γίνονται απόπειρες να εμποδιστεί και τόνισε ότι το βιβλίο είναι εργαλείο αντιμετώπισης των φασιστικών και ρατσιστικών επιχειρημάτων.
Ακολούθησε η ομιλία του Dr Θεμιστοκλή Σπέη (συνεπιβάτης στη βάρκα με τον κ. Σεϊντάνη) που από τα προσφυγικά σχολεία, έφτασε μέχρι να γίνει συνεργάτης της NASA. Ο κ. Σπέης ήταν ιδρυτικό μέλος, τέως πρόεδρος και νυν αντιπρόεδρος του «Φεστιβάλ Ικαρίας». Τόνισε ότι αν δεν έβγαινε αυτό το βιβλίο, θα εξαφανίζονταν αυτές οι μαρτυρίες στο πέρασμα του χρόνου. Δήλωσε ότι «τρελαθήκαμε όταν οι τουρκάλες μας έδιναν γάλα και φρούτα και σύκα, γιατί στο σχολείο μαθαίναμε ότι ήταν εχθροί μας. Στην προσφυγιά είχα δάσκαλο τον Κουτσουφλάκη (παρατσούκλι Κάπελας) που ήταν κυνηγημένος από το καθεστώς Μεταξά. Τον γυρισμό τον βιώσαμε σαν ταξίδι προς την ανάσταση και έπρεπε να ενημερώσουμε του συγγενείς για να κουβαλήσουμε τα πράγματά μας. Όσοι επιστρέψαμε από την Αιθιοπία είχαμε και ένα τσουβάλι με 15 κιλά καφέ δώρο από τον Χαϊλέ Σελασιέ, δηλαδή μία πολύτεκνη οικογένεια είχε ανά άτομο συν 15 κιλά βάρος να κουβαλήσει».
Συνέντευξη & φωτο: Νάσος Μπράτσος
Διαβάστε στο ert.gr:
Κυριακή 5 Αυγούστου 2018: Γιώργος Στενός: Έτσι έζησα τα χρόνια της ιταλικής κατοχής
Σάββατο 11 Αυγούστου 2018: Μαρίκα Λουρίδα: Το προσφυγικό ταξίδι του 1942 για την Αιθιοπία
Κυριακή 12 Αυγούστου 2018: Γεωργία Τσαγκά: Πρόσφυγας τριών ετών το 1942
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος