Έξι ταινίες εμφανίζονται στις μεγάλες οθόνες και δίνουν τις δικές τους μάχες: δύο μεγάλες παραγωγές σε ευρωπαϊκό έδαφος, δύο ιταλοί που ο παλιός εκπροσωπεί το μοντέρνο και ο νεότερος το κλασσικό και δυο κωμωδίες ηθών για μικρούς και μικρότερους θεατές. Ας τα δούμε όλα πιο αναλυτικά…
Αντονιόνι-Μορέτι: 1-0
Ένα μόνο κλικ είναι ικανό να μετατρέψει τη ζωή ενός φωτογράφου μόδας σε κόλαση. Στο «Blow Up», την πρώτη αγγλόφωνη ταινία του Μικελάντζελο Αντονιόνι, γίνεται η ουσιαστικότερη κριτική στον σύγχρονο κινηματογράφο για την δημοφιλή κουλτούρα, την υποκρισία των περφόρμερ και τον χώρο της μόδας. Φτιαγμένη για τη μεγάλη οθόνη, παραμένει σημείο αναφοράς της ρωγμής του κλασσικού σε αυτήν.
Η προβληματική καθημερινότητα σε 3 ορόφους μιας πολυκατοικίας, αποκαλύπτει τους ανθρώπους που προστατεύονται πίσω από κλειστές πόρτες. Τα «Τρία Πατώματα» του Νάνι Μορέτι, είναι η πρώτη διασκευή του σκηνοθέτη που συνήθως παράγει, αν όχι αυτοβιογραφικές ταινίες, σίγουρα ταινίες εμπνευσμένες από τη ζωή του και τις ζωές συνανθρώπων του. Το καινούριο του οικοδόμημα είναι μια σύνθεση από μικρογραφίες προσωπικών αφηγήσεων στον ιστό ενός αστικού δράματος.
Ναυάγιο ή λεμονάδα;
Στη συνέχεια της ταινίας του 2015, το «Ουπς! 2 Ο Νώς Ξαναέφυγε…» έχουμε ό,τι αναφέρεται στον τίτλο: κατακλυσμούς όπου το μήνυμα της συμφιλίωσης σε ακραίες καταστάσεις, κυριαρχεί.
Ο ξεκαρδιστικός ακόμα και σήμερα «Τζο ο Λεμονάδας» έρχεται να επιβάλει το απόλυτο μήνυμα «ηθικής τάξης» σε εποχές ποταπαγόρευσης: όλοι πρέπει να πίνουν λεμονάδα αντί ουίσκυ. Τσακίζοντας όλα τα κλισέ που θέσπισαν το συντακτικό των γουέστερν, με ξεκαρδιστικές σεκάνς, μπουφονικό χιούμορ, σλάπστικ αστεία, γραφικά και κινούμενα σχέδια, σε χρωματικές λεπτές αποχρώσεις πάνω στο ασπρόμαυρο, βάζει χρώμα στη μουντή από μη κλασσικές κωμωδίες καλοκαιρινή σαιζόν.
Κοινωνική ευαισθησία ή ψυχολογική αναμόχλευση;
Η πιο ενδιαφέρουσα νέα ταινία της εβδομάδας λέγεται «Maixabel». Η Ισιγιάρ Μπολέιν είναι μια σκηνοθέτις που πατάει στα μονοπάτια ρεαλισμού του Κεν Λόουτς. Τα θέματά της δεν είναι απλά: Η γυναικεία κακοποίηση και η ενδοοικογενειακή βία στο «Σου δίνω τα μάτια μου», η αποικιοκρατία στο «Ακόμα και η βροχή», οι κοινωνικές αδικίες στην «Ελιά». Το «Μαϊσαμπέλ» είναι ένας διάλογος μέσω αντιπροσώπων για τις σχέσεις μελών της ΕΤΑ -προ και μετά της διάλυσης της- με μέλη οικογενειών / θυμάτων. Χωρίς διδακτισμούς ή μελό στιγμές, αυτός ο ειλικρινής, αδιαμεσολάβητος διάλογος, με ουμανιστική διάθεση και κριτική ματιά, αναγνωρίζει στη μέχρι πρόσφατα διχασμένη βόρεια Ισπανία, τη διάθεση συγχώρεσης μέσω της κατανόησης, προκρίνοντας έναν ψύχραιμο άκρως συμφιλιωτικό λόγο, εξηγώντας μέσα από ανθρώπινο φίλτρο τους προφανείς λόγους των στενών περιθωρίων επανόρθωσης.
Οι ειλικρινείς ερμηνείες του Λουίς Τοσάρ, ηθοποιού που πολλοί γνωρίσατε στον ρόλο του «θυρωρού» στην ομώνυμη ταινία, και της μούσας του Αλμοδόβαρ Μπλάνκα Πορτίγιο, έχουν βαθιά ενσυναίσθηση στους (και για τους) πολυδιάστατους ήρωες τους: ο πρώτος επιλέγει την απλότητα και την συντριπτικά ανθρώπινη μετάνοια, η δεύτερη την ανθρωπιά και τον καταπιεσμένο πόνο, για να μας πουν την ιστορία τους και να μας κάνουν συνένοχους στα δράματα και τις αποφάσεις τους.
Η Μαϊσαμπέλ, σε μια στιγμή εσωτερικού σπαραγμού θα πει κατά πρόσωπο στον δολοφόνο του άντρα της: «Προτιμώ να είμαι η χήρα του Χουάν Μαρία, παρά η μητέρα σου» για να λάβει απάντηση «Και εγώ θα προτιμούσα να μην είσαι η μητέρα μου, από το να είμαι δολοφόνος του συζύγου σου».
Η «Χαμένη Κόρη», το ουσιαστικό σκηνοθετικό ντεμπούτο της Μάγκι Τζίλενχαάλ, χρησιμοποιεί μια ταλαιπωρημένη κούκλα ως μέσο αφύπνισης του παρελθόντος της κεντρικής ηρωίδας. Σε μια παραλία στις Σπέτσες, μια αγγλίδα καθηγήτρια που προσπαθεί να καταλάβει ποια αληθινά είναι και πού βρίσκεται, θα βρει τον δάσκαλο της όταν χρησιμοποιήσει με ανήθικο τρόπο ένα εξαφανισμένο παιχνίδι παιδιού για να έρθει πιο κοντά στη μητέρα της.
Χωρίς να υπάρχει δείγμα ερωτισμού, αλλά δημιουργώντας ένα αέναο άγχος στον θεατή, η έμπειρη ηθοποιός σε ρόλο σκηνοθέτη, καθοδηγεί ακόμα πιο έμπειρες ή έτοιμες να εκτεθούν γυναίκες, στη χαρτογράφηση παγιωμένης μοναξιάς. Οι καταπιεσμένες επιθυμίες της, τα κοινωνικά πρέπει, η απειρία να ζήσει, αποκρυσταλλώνονται σε κάθε σιωπή της Ολίβια Κόλμαν. Ενεργοί συμπαίκτες η Τζέσυ Μπάκλεϋ και η Ντακότα Τζόνσον, που με ελάχιστα εργαλεία οριοθετούν εξ αρχής την καταλυτική δράση των ηρωίδων τους στο παρόν και το παρελθόν της άλλης γυναίκας.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος