Παρά τις αντιρρήσεις που καθένας μας μπορεί να έχει για τον θεσμό των βραβείων της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, ή και για κάθε θεσμό βραβεύσεων γενικότερα, το βραβείο Όσκαρ αναντίρρητα είναι το διασημότερο και πλέον πολυπόθητο έπαθλο διεθνώς, η απόλυτη στιγμή χαράς για όσους το αποσπούν, όπως επισημαίνεται και στο νέο βιβλίο του Δημοσθένη Ι. Ξιφιλίνου με τίτλο «Όσκαρ καλύτερης ταινίας».
Με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίο από τις Εκδόσεις IANOS, που εμπεριέχει κριτικές των 93 φιλμ, τα οποία απέσπασαν το αγαλματίδιο της καλύτερης ταινίας από το 1929 ως και το 2021, μιλήσαμε με τον συγγραφέα για τον θεσμό των Όσκαρ και το ανεξίτηλο σημάδι που του άφησαν τα «Παράσιτα», το μέσον του κινηματογράφου, τις δικές του αγαπημένες – και ίσως αδικημένες – ταινίες, αλλά και τους Έλληνες υποψηφίους στην ιστορία.
Συνέντευξη στον Αλέξανδρο Ρωμανό Λιζάρδο
-Αν και στην εισαγωγή αναφέρετε κάποιους από τους λόγους που σας ώθησαν στη συγγραφή του βιβλίου με την κριτική μελέτη των ταινιών που πήραν Όσκαρ καλύτερης ταινίας, θα ξεκινήσω κάνοντας το δικηγόρο του διαβόλου και θα ρωτήσω: ποια η πραγματική σημασία ενός τέτοιου βιβλίου σε εποχές που το διαδίκτυο φιλοξενεί κριτικά κείμενα από το παρελθόν;
-Το διαδίκτυο όντως φιλοξενεί κριτικές, κυρίως ξενόγλωσσες, για αρκετές από τις ταινίες που βραβεύτηκαν με το Όσκαρ καλύτερης ταινίας. Ωστόσο, πρώτα απ’ όλα εδώ έχουμε να κάνουμε με το σύνολο των ταινιών, με ένα βιβλίο για τα άπαντα του βραβείου, κάτι που προφανώς λειτουργεί -με την ανάγνωση του συνόλου των κειμένων- και ως έμμεση (ή και άμεση, γίνονται ξεκάθαρες αναφορές σχετικά) κριτική και του ίδιου του θεσμού, των αντιφάσεών του, αλλά και της ξεκάθαρα μεγάλης σημασίας του, την οποία μόνο μια μονόφθαλμη προσέγγιση δεν θα αναγνώριζε. Επίσης, ανεξαρτήτως του πολύ σημαντικού παράγοντα “ποιος υπογράφει την εκάστοτε κριτική (ή παρουσίαση)”, στο παρόν βιβλίο υπάρχει ενότητα στη θέαση των ταινιών. Τα κριτικά κείμενα, δηλαδή, είναι της ίδιας χρονικής περιόδου, αντιμετωπίζονται με κοινή συνισταμένη μια σημερινή ματιά στα φιλμ, χωρίς ποτέ φυσικά να παραγνωρίζεται η εποχή στην οποία φτιάχτηκαν. Και, last but not least που λένε και οι Αγγλοσάξωνες, ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, είναι άλλη η αίσθηση του βιβλίου, του χαρτιού, του εντύπου, με την οποία μεγάλωσε η δική μου γενιά και ελπίζω και κάποιες από τις κατοπινές, και άλλη η (επώνυμη ή ανώνυμη) διαδικτυακή περιήγηση…
-Στο βιβλίο σας γίνεται μια χρονική και ιστορική μελέτη, αφού γεγονότα της ιστορίας τοποθετούνται κριτικά ως προς τις ίδιες τις ταινίες που αναλύετε. Η στιγμή των κοσμοϊστορικών αλλαγών δεν είναι καθαρή τη στιγμή που επιτελείται. Μήπως γι’ αυτό έχει περισσότερη σημασία η κριτική μελέτη των ταινιών σε διαφορετικές δεκαετίες ή και συνολικά ως προς μια χρονική περίοδο;
-Ναι, σαφέστατα σε μια αναδρομή υπάρχει η ευχέρεια συσχέτισης με τα παράλληλα ιστορικά, πολιτικά, κοινωνικά γεγονότα της εποχής. Όσο πιο μακριά είμαστε σε χρόνο από την πρώτη προβολή μιας ταινίας, τόσο περισσότερες πληροφορίες έχουμε πιθανά αποκομίσει από τα πώς και γιατί που συνόδευσαν τόσο τη δημιουργία της όσο και τη βράβευσή της. Όμως, αφού το βιβλίο φτάνει στο 2021, είναι σίγουρο ότι παίρνει το ρίσκο και αναλύει, με όσα στοιχεία μπορεί να έχει ο γράφων, και έργα για τα οποία στο μέλλον ο χρόνος μπορεί να αποτελέσει είτε τον καλύτερο είτε τον χειρότερο γιατρό…
-Ο θεσμός των Όσκαρ έχει αλλάξει αρκετά στο πέρασμα των χρόνων. Από μία εκδήλωση για την ενδυνάμωση της βιομηχανίας του θεάματος, έγινε πρωτογενές υλικό για ταμπλόιντ, μέσο συγκάλυψης ρατσισμού και λογοκρισίας, χώρος πολιτικών τοποθετήσεων για να φτάσει σήμερα στην πιο άχρωμη εποχή του. Θεωρείτε ότι με τα «Παράσιτα» (κυριολεκτικά και μεταφορικά) ξεκινά η επανεκκίνηση;
-Δεν ξέρω αν το άχρωμο που επισημαίνετε είναι ακριβώς τέτοιο. Αν κρίνουμε από τις πολύ ενδιαφέρουσες τέσσερις τελευταίες βραβεύσεις, με τη “Μορφή του νερού”, τα “Παράσιτα” και τη “Χώρα των νομάδων” ανάμεσά τους, θαρρώ ότι περισσότερο το θεωρητικά άχρωμο έχει να κάνει με την πτώση της μεγάλης αμερικανικής στουντιακής αυτοκρατορίας. Το παλιό Χόλιγουντ παραμένει δυνατό στα μπλοκμπάστερ, αλλά έχει σαλπίσει σχεδόν άτακτη υποχώρηση σε επίπεδο ποιοτικής κινηματογραφικής παραγωγής, με λιγοστές “παλιοσειρές”, τύπου Ίστγουντ ή Σκορσέζε, να αποτελούν την εξαίρεση στον κανόνα. Η μειωμένη εισιτηριακή δυναμική των πρόσφατων Όσκαρ ίσως συνιστά “αχρωμία”, σίγουρα όμως δεν συνιστά πτώση του επιπέδου των τελευταίων απονομών, το αντίθετο. Όπως άλλωστε σημειώνεται και στο εισαγωγικό κείμενό μου στο βιβλίο, τα αριστουργηματικά και πολλαπλά προφητικά “Παράσιτα” σημαδεύουν ανεξίτηλα την ιστορία, ίσως να μιλάμε σε μια δεκαετία για Όσκαρ π.Π. και μ.Π. (προ και μετά “Παρασίτων” δηλαδή)!
-Η έκδοση δεν είναι επετειακή (καλύπτει 93 ημερολογιακά έτη από την πρώτη διοργάνωση). Γιατί τώρα και όχι σε 7 χρόνια από τώρα;
-Γιατί… υπήρξαν τα “Παράσιτα”! Γιατί… ενέσκηψε η πανδημία και ο εγκλεισμός στους τέσσερις τοίχους “χάρισε” τον αναγκαίο χρόνο για να ερευνηθούν και μελετηθούν όπως τους έπρεπε οι ταινίες αυτές! Γιατί ακόμα: α) μην αφήνεις για αύριο (πόσο μάλλον για μετά από 7-8 χρόνια!) ότι δύνασαι να κάνεις σήμερα και β) κανείς δεν εμποδίζει την επικαιροποίηση του “Όσκαρ καλύτερης ταινίας”, όταν αυτό κριθεί αναγκαίο, όπως δηλαδή λ.χ. στην εκατονταετία του θεσμού ή και νωρίτερα!
-Στην Π.Ε.Κ.Κ. γίνεται συχνά συζήτηση για μία νέα γενιά κριτικών κινηματογράφου, που αρέσκονται στο να παραθέτουν γνώσεις, παρά να κρίνουν την ουσία των ταινιών. Είναι φαινόμενο της εποχής ή μια κάποια εξέλιξη με την οποία πρέπει να συμβαδίσει η γενιά των μεγαλυτέρων κριτικών κινηματογράφου;
-Πώς ορίζεται αυτή η νέα γενιά; Απλά με τις ηλικίες των κριτικών ή των κινηματογραφικών συντακτών; Υπάρχουν πολύ ενδιαφέρουσες πρόσφατες πένες, δεν χρειάζεται ονομαστική αναφορά, υπάρχουν και αδιάφορες. Αλλά και παλιότερα δεν ήταν κάπως έτσι; Ας μην είμαστε απόλυτοι, παρότι πράγματι πολλές φορές συγχέεται η παρουσίαση ή η αναφορά στο περιτύλιγμα, δηλαδή στα φτιασίδια και στην εξωτερική εμφάνιση της ταινίας, με την κριτική και τη μελέτη του… εσωτερικού της κόσμου, του πραγματικού περιεχομένου της, αυτού που συνήθως αποκαλούμε δεύτερο ή τρίτο επίπεδό της.
-Ο Ουμπέρτο Έκο και ο Ζαν Κλοντ Καριέρ, στο διαλογικό τους βιβλίο «Μην ελπίζετε ότι θα απαλλαγείτε από τα βιβλία», καταλήγουν ότι το βιβλίο στη φυσική του μορφή δεν θα πεθάνει. Στην εποχή όμως που ο κινηματογράφος ως μέσο, φόρμα πρώτης και δεύτερης προβολής έχει γίνει σχεδόν ολοκληρωτικά ψηφιακός, τί μας κάνει να πιστεύουμε ότι το αναλογικό βιβλίο μελέτης της 7ης τέχνης, θα συνεχίσει να έχει θέση στις βιβλιοθήκες και το μυαλό μας;
-Καταρχάς η ελπίδα πεθαίνει τελευταία! Ίσως κάποτε πεθαίνει δηλαδή κι αυτή, αλλά ως τότε είναι ανάγκη να τη συντηρούμε ζωντανή. Είναι εξόχως κουραστική η ανάγνωση βιβλίων από έναν υπολογιστή, είναι -το ξαναλέω- άλλη η αίσθηση του τυπωμένου χαρτιού, του απτού αυτού πράγματος. Ακόμα κι αν το κλασικό φιλμ των 35 mm σβήνει σταδιακά, ακόμα κι αν η μικρή οθόνη ή το μόνιτορ του υπολογιστή υποκαθιστούν τη μεγάλη, με τη βοήθεια της τεχνολογικής προόδου, αλλά και των εσχάτων υγειονομικών αναγκών, ακόμα κι αν το βινύλιο έλιωσε σε πρώτο στάδιο για χάρη του cd… υπάρχουν δειλά βήματα τύποις προς τα πίσω, αλλά ουσιαστικά προς το δεδομένα ποιοτικότερο, όπως ήταν τελικά λ.χ. το βινύλιο. Ας ελπίσουμε ότι η (εύλογη) ερώτηση που διατυπώνετε, θα απαντηθεί από τον κόσμο. Και η απάντηση θα είναι η διατήρηση του κλασικού πλάι στο καινούριο…
-Θα ήθελα να επιλέξετε 5 ταινίες που κέρδισαν Όσκαρ καλύτερης ταινίας και θεωρείτε ότι το μήνυμα τους είναι ακόμα ζωντανό και 5 αδικημένες ταινίες, που σε ένα υποθετικό σύμπαν θα μπορούσατε να στερήσετε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας από τη νικήτρια και να το προσφέρετε στην «ανταγωνίστρια» ταινία.
-Θυμάμαι το αντιπολεμικό “Ουδέν νεώτερον από το Δυτικόν Μέτωπον”, το καταγγελτικό “Όλοι οι άνθρωποι του βασιλιά”, το αντιρατσιστικό “Γουέστ Σάιντ Στόρυ”, το αποχαιρετιστήριο “Οι ασυγχώρητοι”, το προφητικό “Παράσιτα”. Αδικίες; “Η κοιλάδα της κατάρας” κέρδισε τον “Πολίτη Κέιν”, “Το όγδοον θαύμα” άφησε πίσω “Το τρένο θα σφυρίξει τρεις φορές”, οι “Συνηθισμένοι άνθρωποι” νίκησαν το “Οργισμένο είδωλο”, οι “Σχέσεις στοργής” επιβλήθηκαν του (χωρίς έστω μία υποψηφιότητα) “Κάποτε στην Αμερική” και… ας βάλω και μια προσωπική προτίμηση… το εξαιρετικό “Καμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους” επελέγη αντί του αριστουργηματικού “Θα χυθεί αίμα”.
-Από τους Έλληνες υποψηφίους για Όσκαρ, όλων των κατηγοριών, ποιους ξεχωρίζετε και για ποιο λόγο;
-Πέρσι ο Γιώργος Λαμπρινός θα μπορούσε να έχει κερδίσει το Όσκαρ μοντάζ για τη δουλειά του στον “Πατέρα”. Ήταν εξαιρετική. Δεν θα ήθελα να επεκταθώ στο παρελθόν, όλοι όσοι το διεκδίκησαν ή ακόμα περισσότερο το απέσπασαν, είτε κάτοικοι Ελλάδας είτε ομογενείς είτε πολίτες του κόσμου, το κατάφεραν επειδή όντως είχαν κάτι σημαντικό να παρουσιάσουν. Αν έπρεπε οπωσδήποτε να χτυπήσει χαρμόσυνα η καμπάνα, θα ήταν σίγουρα για την πρώτη (αν θυμάμαι καλά) νίκη μας, με την Κατίνα Παξινού στοn δεύτερο γυναικείο ρόλο…
-Με δεδομένο ότι ο κινηματογράφος δεν βρίσκεται σε σταθερά πορεία τη διετία της πανδημίας, ποιο ρόλο έχει ο θεσμός των Όσκαρ και ποιον θα έπρεπε να έχει για την ενδυνάμωση των ταινιών;
-Το αμερικανικό σινεμά, όσα κι αν του προσάπτουμε, είναι αυτό που συντηρεί κατά βάση τις αίθουσες. Αν επομένως ελπίζουμε σε επανάκαμψη του κοινού σ’ αυτές, παρά τις συνθήκες της πανδημίας, τα Όσκαρ είναι κάτι σαν τη χρυσή τομή ανάμεσα στο εμπορικό και στο ποιοτικό (όταν οι επιλογές είναι οι πρέπουσες βέβαια). Το ότι εδώ και λίγα χρόνια προκρίνεται το ανεξάρτητο σινεμά ή ακόμα και το ξένο, δείχνει ότι οι Αμερικανοί της Ακαδημίας ήδη ψάχνονται για την επόμενη μέρα. Αυτός είναι και ο πραγματικός ρόλος των Όσκαρ, άλλωστε. Με τις βραβεύσεις τους να κατευθύνουν τη μεγάλη μάζα σε κάτι πέρα από τις εκθαμβωτικές, αλλά συχνά κενές υπερπαραγωγές, ώστε να τονωθεί και η αίθουσα, αλλά και η παραγωγή τέτοιων φιλμ.
-Οι ταινίες μάς λένε ιστορίες. Ποια ιστορία της ζωής σας ή των εμπειριών σας που να σχετίζεται με τον κινηματογράφο θα θέλατε να μοιραστείτε με λέξεις, ικανές να εμπνεύσουν ένα οσκαρικών προδιαγραφών σενάριο;
-Ίσως ένα περιστατικό κατάλληλο για μικρού μήκους κωμωδία! Χρειάζεται λίγο γέλιο στους καιρούς που ζούμε, άλλωστε: Απογευματινή προβολή στον ιστορικό κινηματογράφο ΑΝΑΤΟΛΙΑ, που βρισκόταν στην περιοχή της Καμάρας στη Θεσσαλονίκη. Παίζεται το υπέροχο φιλμ του Τέρι Γκίλιαμ “Οι 12 πίθηκοι”. Η αίθουσα έχει ικανοποιητικό κόσμο, με τις δυο πρώτες σειρές να είναι οι μόνες εντελώς άδειες. Στο παραδοσιακό διάλειμμα, εμφανίζονται στον χώρο του σινεμά δυο αλάνια από τη γειτονική πλατεία Ναυαρίνου, σε όχι άριστη κατάσταση και με μπύρες στο χέρι. Κάθονται εντέλει στην πρώτη σειρά και η προβολή ξαναρχίζει. Παραδόξως είναι πολύ ήσυχοι στο μεγαλύτερο διάστημα, έτσι ώστε οι υπόλοιποι θεατές να απολαμβάνουμε απερίσπαστοι την ταινία. Όλα βαίνουν καλώς. Ώσπου φτάνουμε στην καθοριστική σκηνή του αεροδρομίου, στο φινάλε. Μέσα στη γαλήνη, αλλά και την αγωνία για την κατάληξη, ξάφνου ακούγεται δυνατά μια “μπερδεμένη” φωνή από το μπροστινό δίδυμο: “Όχι, ρε π… μου! Δηλαδή πάει η ανθρωπότητα;” Το τι επακολούθησε δεν περιγράφεται. Γέλια μέχρι δακρύων, τα οποία κατέστρεψαν μεν εκείνη τη στιγμή τη θέαση της ταινίας, πλην όμως έκαναν στ’ αλήθεια τη συγκεκριμένη εμπειρία αξέχαστη. Ίσως όχι οσκαρική, αλλά αξέχαστη!
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ο Δημοσθένης Ι. Ξιφιλίνος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, παιδί-όχι του Μάη, αλλά- του Ιούνη του 1968! Πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ., αλλά και λάτρης του κινηματογράφου, ξεκίνησε να δημοσιογραφεί περί της έβδομης τέχνης και άλλων πολιτιστικών στην εφημερίδα Μακεδονία με την επανέκδοσή της το 1998, συνεργασία που συνεχίστηκε επί δέκα και πλέον έτη. Είχε προηγηθεί η είσοδός του στον χώρο με το ιστορικό ασπρόμαυρο πολιτιστικό έντυπο εξώστης, του οποίου υπήρξε επί επταετία (2003-2009) και αρχισυντάκτης, όπως και του επίσης ασπρόμαυρου (όπως και άλλα ωραία στη ζωή) φιλμ νουάρ (2011-15), το οποίο “γέννησε” η ίδια ομάδα ατόμων εκείνου του “εξώστη”. Διετέλεσε επίσης αρχισυντάκτης (2006-2013) της εφημερίδας Υπότιτλοι του Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας, αρχισυντάκτης του ετήσιου Αλμανάκ της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου την τετραετία 2010-13 και διατελεί Γενικός Γραμματέας της από το 2019. Σήμερα συνεργάζεται κυρίως στην κάλυψη φεστιβαλικών γεγονότων, με την κινηματογραφική ιστοσελίδα www.cinedogs.gr.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος