Για πολλά χρόνια, το αγαπημένο βιβλίο των serial killers ήταν «ο φύλακας της σίκαλης». Πολλές μελέτες ψυχολογικών προφίλ προσπάθησαν να το ερμηνεύσουν, οι εκδοχές όμως ποικίλουν. Το «Scream» κατάφερε να γίνει το εργαλείο κάθε ψυχάκια nerd που λατρεύει το είδος των slasher, με τα μύρια ανούσια scare jumps και την υποβλητική μουσική που ή προδίδει ή παραπλανητικά οδηγεί σε λανθασμένα συμπεράσματα το κοινό. Το καινούριο «Scream» είναι ένα ζυγισμένο ρίκουελ (ο όρος θα εξηγηθεί αργότερα) που δεν προσφέρει ουσιαστικά τίποτα στο είδος εκτός από πολλαπλές ανατροπές που δεν ερμηνεύονται ούτε με το σκεπτικό των who–done–it ταινιών, ούτε με το σαρωτικό χάχανο των τύπου telenovelas θριλεροειδών ανατροπών.
Προσπαθώντας να αποκρύψω όσα περισσότερα spoiler (όχι ότι έχουν και καταλυτική σημασία, αφού η ανατροπή γίνεται προς χάριν της ανατροπής), η ταινία θα μπορούσε να ορθωθεί στον ιερό σπόνδυλο της αποδοχής και της πατρικής έγκρισης. Άδικος κόπος… και χαμένη ευκαιρία.
[Από εδώ και πέρα υπάρχουν σπόιλερ, οπότε μπορείτε να σταματήσετε να διαβάζετε].
Ας ξεκινήσουμε με έναν κώδικα:
-Το νέο Scream, δεν είναι το Scream 5 αλλά το Scream 2022, που στο κείμενο θα εμφανίζεται πάντα με κάποια διευκρίνιση για να γίνεται κατανοητό στους μη μύστες.
–Stab ονομάζεται το franchise ταινιών που υποτίθεται ότι εμπνεύστηκαν από τις πραγματικές δολοφονίες του πρώτου «Scream» (1996) και εμφανίζονται για πρώτη φορά στο «Scream 2» (…).
Η Τάρα από την πρώτη σκηνή (όπως είθισται στη σειρά των Scream) δέχεται τη γνωστή σινεφιλική κλήση, απαντά σε μια ανούσια ερώτηση γνώσεων λάθος και βρίσκεται μαχαιρωμένη. Ο ghostface επιστρέφει και τα καλά κρυμμένα μυστικά όσων συμμετείχαν στην ταινία του 1996 έρχονται πάλι στην επιφάνεια. Οι φανερά ώριμοι (με εξαίρεση τη Νιβ Κάμπελ που συνεχίζει να δείχνει 25 ετών) ήρωες/αντιήρωες των προηγουμένων ταινιών θα ενωθούν, όχι μόνο για να υποστηριχθεί ο ορισμός των requels αλλά ουσιαστικά για να ικανοποιήσουν τους φαν που θέλουν να δουν το Scream 5.
Κάπου εδώ έφτασε η ώρα να ορίσουμε τα requels. Από τη λέξη και μόνο καταλαβαίνετε ότι είναι κάτι ανάμεσα σε remakes και sequels, δηλαδή είναι το reboot των ιστοριών με καίρια διαφορά ότι στοιχεία των προηγουμένων ταινιών, όπως και χαρακτήρες, παίζουν καθοριστικό ρόλο στα τεκταινόμενα.
Τα Scream, όπως θυμόμαστε από τα sequel του 1997, 2000 και 2011, ενέπνευσαν μια κινηματογραφική σειρά θρίλερ που ονομάζονταν Stab. Ήδη αυτή η σειρά ταινιών έχει φτάσει στο milking του franchise χαρίζοντας 8 συνολικά ταινίες, οι 7, όπως θα πει και ένας χαρακτήρας της ταινίας, απολύτως ανούσιες, που δημιουργήθηκαν για το crowd pleasing των φανς.
Τα meta–slasher–who–done–it «Stabs» (οι συνέχειες, κατά το σενάριο, των ταινιών Stab), προσπαθούν να επαναπροσδιορίσουν και τον εαυτό τους και το θρύλο πίσω από αυτά (την υποτιθέμενη πραγματική ιστορία που βλέπουμε στο πρώτο Scream). Αυτό είναι το πρώτο στοιχείο που παίρνουν οι θεατές του «Scream 2022» (για να το ξεχωρίσουμε από τα προηγούμενα) αναφορικά με τα νέα στοιχεία – κλειδιά της 5ης περιπέτειας των Scream.
Αφού για ακόμα μια φορά ακούμε τους κανόνες σεναριακής δομής αυτών των ταινιών (πχ. μην απαντάς το τηλέφωνο, μην χωρίζονται οι πρωταγωνιστές όταν μετακινούνται σε άλλα δωμάτια κλπ) αρχίζει το τρολάρισμα: Στην αρχή η μουσική επένδυση που λογικά θα πρόδιδε τα scare–jumps, γίνεται παραπλανητική, με σκοπό τη διακωμώδηση του genre, αλλά το κακό παραγίνεται λίγες σκηνές παρακάτω και πλέον δεν λειτουργεί υπέρ του συνόλου της ταινίας.
Μετά τον πρώτο random θάνατο, ακολουθεί ένα διπλό ξεκλήρισμα οικογένειας. Σε αυτό το σημείο εμφανίζεται η παλιά φρουρά και στιγμές αργότερα χάνουμε και έναν από αυτούς για πάντα (βέβαια το πάντα σε αυτές τις ταινίες δεν είναι απόλυτο). Ακολουθεί και άλλο ξεκλήρισμα οικογένειας, αυτή τη φορά όχι της καυκάσιας φυλής.
Σε γενικές γραμμές το μυστήριο δεν θα λυθεί από δράσεις ή λογικά επιχειρήματα που θα βάλει ο θεατής σε μια timeline, θυμίζοντας σε σημεία κακογραμμένο βιβλίο από μιμητή της Αγκάθα Κρίστυ. Παρ’ όλα αυτά, πάλι διασκεδαστικό είναι, αφού συνεχώς αυτοτρολάρεται. «Κάνεις δεν παίρνει σοβαρά τους οπαδούς. Γιατί; Επειδή αγαπάνε κάτι πολύ;» θα πει ένας από τους ήρωες, πιο πολύ για να μας θυμίσει τί ταινία βλέπουμε.
Η ταινία μπορεί να είναι αφιερωμένη στον Wes Craven, όμως απέχει πολύ από το πως ίσως θα τη γύριζε ο ίδιος. Βλέπετε, ο Κρέιβεν ανήκει στην κατηγορία των φαν και αυτό του δίνει το δικαίωμα -αλλά και την ευελιξία- όταν αστειεύεται με το είδος, να ξέρει πολύ καλά πώς θα αντιδράσουν οι θεατές· και οι θεατές απλά θέλουν να εκτονωθούν με μια ακόμα «Κραυγή Αγωνίας», όπως είναι και ο πρωτότυπος τίτλος.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος