Ακριβώς δέκα χρόνια μετά την πρώτη έκδοση, το κινηματογραφικό λεξικό ΧΛΑΜΥΔΑ του Άγγελου Πολύδωρου επανακυκλοφόρησε το 2021 από τις Εκδόσεις Αμαρυσία, εμπλουτισμένο με νέες ταινίες και επιπλέον στοιχεία στις ταινίες της Α’ έκδοσης, νέα σχεδίαση και νέα ταξινόμηση. Το ertnews.gr μίλησε με τον συγγραφέα για τις ταινίες που συγκαταλέγονται στην ομπρέλα του όρου «Χλαμύδα» και για την πολύ ενδιαφέρουσα έρευνά του.
Συνέντευξη στον Αλέξανδρο Ρωμανό Λιζάρδο
-Οι ταινίες που έγιναν γνωστές κάτω από τον πλαγιότιτλο “ταινίες χλαμύδας” έφεραν πρωτογενές υλικό για κοινωνιολογικές μελέτες σε εποχές που οι ήρωες στρέφονταν στις αρετές του αρχαίου πολιτισμού. Εσάς αρχικά 10 χρόνια πριν, τί σας κινητοποίησε να ολοκληρώσετε και να εκδώσετε την πρώτη σας έρευνα;
-Κινητοποιήθηκα όχι δέκα αλλά είκοσι χρόνια νωρίτερα. Συγκεκριμένα, τον Απρίλιο του 2000 λίγες μέρες πριν το Πάσχα, προκειμένου να δημιουργήσω ένα αφιέρωμα στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για «τα Πάθη του Χριστού όπως έχουν απεικονισθεί στο σινεμά», είχα ανατρέξει στο αρχείο μου για στοιχεία και φωτογραφίες. Κατά τη διάρκεια της έρευνας, διαπίστωσα ότι οι θρησκευτικές, ιστορικές και ψευδο-ιστορικές ταινίες γύρω από την Αρχαία Ρώμη αλλά και την Ελληνική Μυθολογία και Ιστορία, ήταν περισσότερες απ’ όσες θυμόμουν να έχω δει από παιδί στο θερινό σινεμά Ρεξ του πατέρα μου στο Μαρούσι, ή που να έχω διαβάσει γι’ αυτές αργότερα. Έτσι, συναισθηματικά σκεπτόμενος, μετά τη δημοσίευση του αφιερώματος για «τα Πάθη του Χριστού στο σινεμά», συνέχισα την έρευνα από χόμπυ και δημιούργησα ένα blog για τις ταινίες Χλαμύδας, στο οποίο αναρτούσα ταινίες αυτού του είδους.
Αφορμή για το βιβλίο ήταν μια συζήτηση, που είχα το 2008 με τον φίλο δημοσιογράφο και κριτικό κινηματογράφου Γιάννη Ζουμπουλάκη. Έτσι, κατέβασα το blog και με συστηματική εργασία ξεκίνησα τη συγγραφή του λεξικού, το οποίο θεωρώ συμβολή στη θεωρία του σινεμά, αφού το είδος Χλαμύδα είναι αναπόσπαστο μέρος του και μάλιστα αφού διαπίστωσα ότι δεν υπήρχε κάτι παρόμοιο στον ελληνικό εκδοτικό χώρο. Έχω δει λεξικά για το Φιλμ Νουάρ, τον Φανταστικό Κινηματογράφο, τον Ευρωπαϊκό Κινηματογράφο, των Σκηνοθετών και άλλα, μη σας ζαλίζω τώρα. Αλλά λεξικό γι’ αυτές τις ταινίες που μεσουράνησαν στις δεκαετίες ’50 και ’60 δεν βρήκα και νομίζω ότι οι ταινίες Χλαμύδας, εδικαιούντο ένα, διότι όπως και όλες οι άλλες, μπορούν να διασκεδάζουν και ενίοτε να ψυχαγωγούν (με την έννοια της αγωγής της ψυχής) το θεατή.
Μπορεί παλαιότερα, να έφεραν πρωτογενές υλικό για κοινωνιολογικές μελέτες, αλλά το βιβλίο Χλαμύδα, είναι απλά ένα Λεξικό στο οποίο έχουν καταχωρηθεί αλφαβητικά, όλες οι ταινίες του είδους μαζί με τους βασικούς συντελεστές τους, μια σύντομη υπόθεση, backstage πληροφορίες και άλλα trivia καθώς και αφίσες ή φωτογραφίες που είχα συλλέξει από νέος και διασταύρωσα τους τίτλους τους, με το εργαλείο «αναζήτηση εικόνας» της Google. Το επιπλέον, του Λεξικού αυτού είναι ότι στον πρόλογο αναπτύσσω μια σύντομη ιστορία της εξέλιξης του είδους Peplum (ή Sword and Sandal, όπως το αποκαλούν οι Αμερικανοί).
-Η ανανεωμένη έκδοση του βιβλίου εκτός από τις έγχρωμες φωτογραφίες έχει εμπλουτιστεί και με συγχρονότερες ταινίες μονομάχων. Πέρα από το στοιχείο της μελαγχολικής αναπόλησης του είδους, θα θέλατε να σχολιάσετε την αξία των νεότερων ταινιών με παραδείγματα;
-Μου άρεσε ο διαχωρισμός των στοιχείων «μελαγχολικής αναπόλησης» και «αξίας των νεότερων», που κάνατε. Η Χλαμύδα άνθησε τη δεκαετία του 1950 με επικές υπερπαραγωγές, όπως τo «Κβο Βάντις» (1951) του Μ. Λερόι, και το «Μπεν Χουρ» (1959) του Γ. Γουάιλερ, κ.α. Στις δεκαετίας του ‘60 και του ‘70, η Ιταλία αντέγραφε τις αμερικανικές ταινίες με υπερβολική φαντασία, με απλοϊκά σενάρια και με χαμηλούς προϋπολογισμούς, στις οποίες πρωταγωνιστούσαν «αστέρες» τύπου Στιβ Ριβς, Κερκ Μόρις, Γκόρντον Σκοτ και άλλους bodybuilders που μετατράπηκαν σε ηθοποιούς. Μη ξεχνάμε ότι έβγαιναν τότε στις αίθουσες 15-20 ιταλικά φιλμ Χλαμύδας τον χρόνο, μεταξύ των οποίων και ταινίες «παρακολουθήµατα», µε τον Ούρσο και τον Μασίστα.
Δύο ηρώων που εµπλέκονται σε εξωπραγματικές περιπέτειες εναντίον αλλήλων, ή εναντίον του Ζορό, ή του Τζέκις Χαν, ή των 3 σωµατοφυλάκων κ.ά. Έτσι το επίπεδο έπεσε, επήλθε κορεσμός και το είδος, τη δεκαετία του ’70 αρχίζει να φθίνει για να επανέλθει το 2000, με αξιόλογες παραγωγές, τεχνικά άρτιες, από καταξιωμένους σκηνοθέτες και με αναγνωρισμένους ηθοποιούς, όπως ο «Μονομάχος» του Ρίντλεϊ Σκοτ, η «Τροία» του Βόλφγκανγκ Πέτερσεν, ο «Αλέξανδρος» του Όλιβερ Στόουν και οι «300» του Ζακ Σνάιντερ και άλλες λιγότερο αξιόλογες, πάντοτε όμως καλύτερες από τις πρώτες του είδους, οι οποίες διατηρούν όπως είπατε το στοιχείο της αναπόλησης.
-Σε μια εποχή που ο ελληνισμός, η αρχαία ιστορία και οι μύθοι τονίζουν (με λανθασμένο ή όχι τρόπο) την εθνική μας συνείδηση, οι ανάλογες ταινίες που έχουν αναφορά στην ιστορία μας, προάγουν ή κακοποιούν την ελληνολατρεία;
Όπως αναφέρω και στην -ενσωματωμένη στο λεξικό- ιστορία του είδους Χλαμύδα, οι περισσότερες ταινίες Χλαμύδας διαστρεβλώνουν την ιστορία και τη μυθολογία μας. Υπάρχουν όμως και κάποιες, που την προάγουν ακόμα και χωρίς να το επιδιώκουν. Όπως το φιλμ «300» του Ζακ Σνάιντερ που προανέφερα, του οποίου αν και το σενάριο βασίζεται σε graphic novel και όχι στην ιστορία, τονίζει με ενάργεια τη γενναιότητα και την πίστη σε ιδανικά και στην πατρίδα («This is Sparta!» κραυγάζει ο Τζέραρντ Μπάτλερ) αυτών των λίγων πολεμιστών, απέναντι στην τεράστια πολεμική μηχανή των Περσών. Αναφέρομαι στο συγκεκριμένο φιλμ, επειδή όταν προβλήθηκε προκάλεσε πολλές και ποικίλες αντιδράσεις από τη βιαιότητα των σκηνών και την κτηνώδη βία εκ μέρους των Σπαρτιατών.
Όπως είχα γράψει τότε, πέραν της κινηματογραφικής κριτικής, δεν πιστεύω ότι οι σκληραγωγημένοι Σπαρτιάτες, που χρησιμοποιούσαν τον Καιάδα για την καθαρότητα της φυλής, θα αντιμετώπιζαν τους εισβολείς Πέρσες «με το χαμόγελο στα χείλη». Ήταν γενναίοι, πιστοί στα ιδανικά τους και έσφαζαν αγρίως για την ελευθερία τους. Γνωρίζετε πολύ καλά, ότι οι γυναίκες και οι μανάδες τους πριν τη μάχη, τους έλεγαν «ή ταν ή επί τας». Δηλαδή «ή θα φέρεις πίσω την ασπίδα σου ή θα σε φέρουν πάνω σ’ αυτήν».
Ακόμα και ο Αλέξανδρος του Όλιβερ Στόουν, με όλα του τα πάθη και τα λάθη, που πάλι αμφισβητήθηκε όταν προβλήθηκε, νομίζω ότι προάγει, αν όχι την «ελληνολατρεία» που αναφέρατε, τουλάχιστον την ελληνική ιστορία. Και είχε και τον Κρίστοφερ Πλάμερ να υποδύεται τον Αριστοτέλη. Επιτρέψτε μου την επανάληψη: ο κινηματογράφος είναι πρώτα διασκέδαση και μετά αγωγή της ψυχής (ψυχαγωγία), για όποιον θέλει να ψάξει το θέμα.
-Ο κινηματογράφος βάλλεται από τις υπερ-ηρωικές ταινίες, το μοναδικό σίγουρο στοίχημα των ταμείων. Θεωρείτε ότι οι ταινίες με τους μονομάχους ήταν προάγγελος αυτών ή αυτές αποτέλεσαν εξέλιξη του είδους;
Θεωρώ ότι οι «υπερ-ηρωικές ταινίες, το μοναδικό σίγουρο στοίχημα των ταμείων» που είπατε, τα μπλοκμπάστερ όπως θα λέγαμε στα ελληνικά, αποτελούν εξέλιξη της ανάγκης του ανθρώπου για ήρωες. Θα είμαι σύντομος και επιγραμματικός. Ο Ζορζ Μελλιές το 1905 γύρισε την μικρού μήκους ταινία «Ο Οδυσσέας και ο γίγαντας Πολύφηµος». Το 1951 ο Λι Σόλεμ γύρισε το «Superman and the Mole Men» και το 1958 ο Πιέτρο Φρανσίσκι γύρισε τους «Άθλους του Ηρακλή». Ύστερα, ακολούθησαν και οι ήρωες της Marvel και της DC Comics. Μετά δε το 2000, επανεμφανίστηκε ο Ηρακλής με τρεις αν θυμάμαι καλά ταινίες.
-Αρκετές από τις πρώτες ταινίες “χλαμύδας” ήταν πρόχειρα φτιαγμένες, κακότεχνα παιγμένες, με μονοδιάστατους ήρωες που εξυπηρετούσαν μονάχα την πορεία του ήρωα προς τη νίκη. (α) πως ερμηνεύετε την ανάγκη των θεατών να παρακολουθούν ιστορίες που γνωρίζουν, χωρίς εκπλήξεις και ανατροπές; (β) υπάρχουν ταινίες που θα θέλατε να αναφέρετε που ξεπέρασαν αυτή τη φόρμα;
Συμφωνώ μαζί σας, ότι ήταν πρόχειρα φτιαγμένες, κακοπαιγμένες, με μονοδιάστατους ήρωες που εξυπηρετούσαν μονάχα την πορεία του ήρωα προς τη νίκη, αλλά δεν νομίζω ότι αυτό συνέβαινε μόνο στις ταινίες Χλαμύδας. Απαντώντας στο πρώτο σκέλος της ερώτησής σας, πιστεύω, ότι ο ηρωισμός και το υπερθέαμα συγκινούσαν τους θεατές από τα πρώτα χρόνια του σινεμά, γι’ αυτό και οι εταιρίες συνέχισαν να γυρίζουν ταινίες με τα δύο αυτά στοιχεία. Έχουμε παράδειγμα τις ασπρόμαυρες “Cabiria” του Παστρόνε και «Μισαλλοδοξία» του Γκρίφιθ.
Μεγαλοπρεπή ντεκόρ σε φυσικό μέγεθος, πλήθος κομπάρσων, χιλιάδες κοστούμια και ατελείωτος οπλισμός. Προσθέστε αργότερα τον ήχο, τη χρήση του χρώματος, τα σπέσιαλ εφέ και την ευρεία οθόνη. Όλα αυτά ελκύουν τους θεατές, ακόμα κι όταν δεν υπάρχουν εκπλήξεις και ανατροπές στο φινάλε. Και μιλώντας για εκπλήξεις και ανατροπές στο φινάλε, θα φέρω παράδειγμα τις ταινίες του Τζέιμς Μποντ. Εξήντα χρόνια τώρα οι θεατές γέμιζαν τις αίθουσες γνωρίζοντας ότι ο Μποντ θα παραμείνει αήττητος. Απαντώντας στο δεύτερο σκέλος της ερώτησης, δεν θα αναφέρω ταινίες που ξεπέρασαν αυτή τη φόρμα, διότι μπορεί να με διαψεύσει κάποιο prequel από αυτές. Θεωρώ τα prequel μεγάλη ανατροπή των φινάλε. Όλοι έχουμε διαπιστώσει, ότι ακόμα κι αν έχει πεθάνει ο κεντρικός ήρωας στο τέλος μιας επιτυχημένης ταινίας, αργότερα κυκλοφορούν νέες ταινίες με ιστορίες από το παρελθόν του. Κάθε εποχή έχει ανάγκη από ήρωες και οι παραγωγοί το βλέπουν αυτό.
-Στη “Χλαμύδα” βλέπουμε και ταινίες θρησκευτικού ενδιαφέροντος, οι περισσότερες μάλιστα αγιογραφίες του θεανθρώπου. Θα μας μιλήσετε για αυτές; Τί εξυπηρετούσαν και τι εξυπηρετούν στο σήμερα;
Αποτελούν υποκατηγορία του είδους Χλαμύδα και θεωρώ ότι τις τοποθέτησε εκεί η εξέλιξη του είδους, ξεκινώντας από το γεγονός ότι ο Θεάνθρωπος, όπως και οι πριν από αυτόν προφήτες, ζούσαν στην Ιουδαία την εποχή που αυτή βρισκόταν υπό την κατοχή των Ρωμαίων. Θα αναφέρω ένα παράδειγμα. Δείτε μια αφίσα από το δημοφιλές φιλμ «Μπεν Χουρ» του Γουίλιαμ Γουάιλερ που έχει υπότιτλο «Μια ιστορία του Χριστού». Παρ’ όλο που το φιλμ επικεντρώνεται στη σχέση του Μπεν Χουρ και του Μεσσάλα που τον είχε στείλει στα κάτεργα, υπάρχει μια σκηνή που καθήλωσε τους θεατές εκείνη την εποχή. Επιτρέψτε μου να σας τη θυμίσω: Καθώς ο Μπεν Χουρ και άλλοι σκλάβοι μεταφέρονται προς τα πλοία για να εργαστούν αλυσοδεμένοι ως κωπηλάτες, σταματούν στη Ναζαρέτ να ποτίσουν τα άλογα των Ρωμαίων και διασταυρώνονται με τον Χριστό και τους μαθητές του. Ο Μπεν Χουρ καταπονημένος ζητάει απεγνωσμένα νερό, αλλά ο Εκατόνταρχος του το αρνείται. Καταρρέει, αλλά τον πλησιάζει ο Χριστός και του δίνει ένα μικρό κύπελο, που περιέχει ατελείωτο νερό για να πιεί και να ρίξει στο πρόσωπό του. Πρόκειται για το πρώτο θαύμα του Θεανθρώπου στην ταινία. Το επόμενο θαύμα είναι όταν ο Μπεν Χουρ επιστρέφει στο σπίτι του στην Ιουδαία, έχοντας νικήσει και τον Μεσσάλα στη γνωστή αρματοδρομία και του ανακοινώνουν ότι η μητέρα του και η αδελφή του είναι λεπρές και ζουν σε «κοινόβιο» λεπρών. Ο Μπεν Χουρ τις επισκέπτεται και τις πείθει πως αν πιστέψουν στο Χριστό, όπως αυτός θα θεραπευτούν, όπως και γίνεται. Μπορώ να σας αναφέρω και άλλα παρόμοια φιλμ, θρησκευτικού ενδιαφέροντος όπως, το «Βαραββάς» ή το «Ο Χιτών» και άλλα μέχρι το πρόσφατο «Ανάσταση» (Risen, 2016) του Κέβιν Ρέινολντς, στο οποίο ο σκηνοθέτης εξετάζει µε άλλη οπτική την Ανάσταση του Χριστού. Την αντιμετωπίζει ως αστυνομικό μυστήριο που καλείται να λύσει ένας Ρωμαίος αξιωματικός, ο οποίος έχει επιφορτιστεί από τον Πόντιο Πιλάτο, να ανακαλύψει επειγόντως το σώμα του Χριστού, ώστε να σταματήσουν οι φήμες περί Ανάστασης, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αιτία για πρόκληση εξεγέρσεων στην Ιερουσαλήμ µε κίνδυνο επέκτασης στην επαρχία.
Και εδώ επιστρέφουμε στην προηγούμενη ερώτησή σας. Αν και το φινάλε της ιστορίας είναι γνωστό, το φιλμ παρακολουθείται με ενδιαφέρον χάρη και στην ερμηνεία του Γιόζεφ Φάινς στον ρόλο του Ρωμαίου αξιωματικού, ο οποίος ανακρίνοντας τους στρατιώτες που φρουρούσαν τον τάφο, τους οπαδούς του Ιησού, τη Μαρία Μαγδαληνή και τους Αποστόλους, αλλάζει τα πιστεύω του.
Με τα παραδείγματα που προανάφερα θέλω να πω ότι δεν είναι όλες οι ταινίες αποκλειστικά θρησκευτικού ενδιαφέροντος και υπάρχουν αρκετές από αυτές στο Λεξικό, το οποίο είναι αυστηρά «μια καταγραφή» του είδους, με στοιχείο της αναγνώρισης των φιλμ αυτών, τη χρονική περίοδο που καλύπτουν και η οποία ξεκινά από τη δημιουργία του κόσμου, όπως την αφηγείται η Παλαιά Διαθήκη (περίπου 7000 – 3000 π.Χ.) και περνώντας μέσα και από την Ελληνική Μυθολογία φτάνει μέχρι την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (λίγο πριν το 600 µ.Χ.). Είναι μια διάκριση, που την έκανε στη χώρα µας ο σκηνοθέτης Χρήστος Χαλκιάς σε μια εξαιρετική ιστορική μελέτη του στο περιοδικό «Αρχαιολογία» το 1990. Το ερώτημα, τι εξυπηρετούσαν και τι εξυπηρετούν σήμερα, με βασανίζει και μένα. Κινηματογραφικά μιλώντας, αναρωτιέμαι κι εγώ, τι εξυπηρετούν σήμερα τα αμερικανικά θρίλερ δράσης, με ήρωες που ζωσμένοι με εκρηκτικά ανατινάζονται ανάμεσα σε ανύποπτους ανθρώπους, κραυγάζοντας το όνομα του θεού τους;
-Μοιάζει παράξενο αλλά ανάμεσα στις ταινίες που επιλέξατε, βρίσκουμε τη Μήδεια του Παζολίνι με τη Μαρία Κάλλας στον πρωταγωνιστικό ρόλο και τις Τρωάδες του Κακογιάννη. Αυτές οι ταινίες πώς δεν κινδύνεψαν να γίνουν γραφικές κάτω από τον ίδιο θεματικό άξονα;
Κατά την ταπεινή μου γνώμη, δεν κινδυνεύουν να γίνουν γραφικές, με το να τις συμπεριλάβω στο Λεξικό. Είναι πανίσχυρες. Είναι δυο κινηματογραφικά αριστουργήματα, των οποίων τα σενάρια βασίζονται στην αρχαιότητα που περιέγραψα προηγουμένως. Η «Μήδεια» και οι «Τρωάδες» είναι πασίγνωστες τραγωδίες του Ευριπίδη, δοσμένες με τη διαφορετική ματιά του ανυπέρβλητου Παζολίνι η πρώτη, και του μοναδικού Μιχάλη Κακογιάννη η δεύτερη. Τα θέματα που θίγουν και με τον τρόπο που τα αντιμετωπίζουν οι δύο σκηνοθέτες, προάγουν και την κινηματογραφική τέχνη και την «ελληνολατρεία» που προαναφέρατε. Είναι πραγματική αγωγή της ψυχής, για μένα.
-Γιατί οι Έλληνες δεν τολμούν να κάνουν ταινίες «Χλαμύδας»;
Δεν ξέρω. Ίσως πιστεύουν ότι έχουν καλυφθεί από το Χόλιγουντ και την Τσινετσιτά. Αστειεύομαι. Πραγματικά δεν ξέρω. Πάντως, η ιστορία και η μυθολογία μας, προσφέρουν πλούσιες ιδέες για αυτό και για άλλα κινηματογραφικά είδη, χωρίς μάλιστα πνευματικά δικαιώματα. Πριν αρκετά χρόνια είχα διαβάσει δύο μυθιστορήματα Επιστημονικής Φαντασίας του Στυλιανού Μωυσείδη, εμπνευσμένα από την Ελληνική Μυθολογία: το «Τάλως», στο οποίο μια διαρροή ραδιενέργειας ενεργοποιεί από τα βάθη του Κρητικού πελάγους τον Τάλω, το γιγαντιαίο ρομπότ που είχε κατασκευάσει ο θεός Ήφαιστος και το «Όταν ξυπνήσουν οι Τιτάνες», στο οποίο τα μυθικά τέρατα ξυπνούν από τα έργα για την εκτροπή του Αχελώου ποταμού. Άρα, ιδέες υπάρχουν.
Λίγα λόγια για τον Άγγελο Πολύδωρο
Ο Άγγελος Πολύδωρος, γεννήθηκε στην Αθήνα και ζούσε τα καλοκαίρια του στον κινηματογράφο ΡΕΞ Αμαρουσίου, που ήταν αποτέλεσμα συνεργασίας του θείου του (προβολατζή στο ΠΑΝΘΕΟΝ της οδού Πανεπιστημίου) και του πατέρα του (που εργαζόταν στα ΝΕΑ του Λαμπράκη). Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, πολιτικές επιστήμες και δημόσια διοίκηση στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, όπου άρχισε να μελετά δημοσιογραφία και κινηματογράφο. Αρχικά εργάστηκε ως οικονομικός προϊστάμενος σε μεγάλο ασφαλιστικό ταμείο, κλάδο του ΕΦΚΑ σήμερα. Δημοσιογραφία άρχισε το 1987 στην καθημερινή εφημερίδα των βορείων προαστίων ΑΜΑΡΥΣΙΑ και κριτική, παρουσίαση ταινιών και κινηματογραφικά αφιερώματα ξεκίνησε το 1990. Από το 2010 γράφει και στο MYFILM. Διατηρεί προσωπικό ιστολόγιο με τίτλο «Υποκείμενα» με κείμενα για τον κινηματογράφο -και όχι μόνο.
Το λεξικό ταινιών «Χλαμύδα» αποτελεί την πρώτη του μεγάλη έρευνα, που εκδόθηκε σε βιβλίο και αυτή την εποχή ολοκλήρωσε και περιμένει την έκδοση της δεύτερης δουλειάς του με τίτλο «Λογοκρισία και ελληνικός κινηματογράφος».
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος