Τέσσερις ταινίες από το Φεστιβάλ του Τορόντο που καταγράφουν τα εύθραυστα γυναικεία όρια και το σημείο της υπέρβασης από τη λογική στα εκτός ορίου… Τέσσερις τελείως διαφορετικές γυναίκες, φτάνουν στα όρια της τρέλας από τη ρατσιστική αδικία (Charlotte), την απόρριψη του δώρου της ζωής (All my puny sorrows), του επίπλαστου κοινωνικού φόβου αλλά και της απώλειας (Kill The Beast) και τέλος της ανδροκρατούμενης κοινωνίας που μεταλλάσσει τα καταφατικά θέλω σε ερωτηματικά -αν όχι και αρνητικά- μπορώ (Violet).
Charlotte
Ο 2ος παγκόσμιος πόλεμος και η απάνθρωπη φιλοσοφία που διέπει τη σύντομη, αλλά ολότελα καταστροφική παρουσία του στην ιστορία της ανθρωπότητας, αποτυπώνονται ως μία πάλη κατεστημένου και μονάδας. Η βιογραφία της Charlotte Solomon αποδίδεται σε κινούμενα σχέδια, όπως ακριβώς και οι αναμνήσεις της αδικοχαμένης καλλιτέχνιδος.
Απομακρυσμένη από την οικογένεια της και έγκυος 5 μηνών εκτελείται σε στρατόπεδο συγκέντρωσης αφού πρώτα είδε την αγαπημένη της γιαγιά να αυτοκτονεί και υποβοήθησε τον παππού της να δώσει τέλος στην εξαθλίωση του με αξιοπρέπεια.
Τα στιγμιότυπα ζωής αποδόθηκαν σε καμβά με χρώματα, ροή, κίνηση και αποθηκεύτηκαν σε μπαούλα που αποσφραγίστηκαν και είδαν το φως της ζωής μετά τη λήξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, όταν και η ίδια είχε φύγει από τη ζωή.
Αυτή η βασανισμένη και συχνά σκοτεινή ιστορία απέκτησε ζωή και ανάσα σε ένα καλιμπραρισμένο, καλοφωτισμένο και αρκετά ζωηρό αισιόδοξο παραμύθι, φέρνοντας στιγμιαία αμηχανία στον θεατή αλλά και συγκρατημένη συγκίνηση, όπως υποτάσσει η αφήγηση κάθε ιστορίας που αναγκαστικά ο δημιουργός παίρνει θέση απέναντι στις φρικαλεότητες μιας σφαγής, ενός ολοκαυτώματος και της πηγαίας αδικίας που σηματοδότησαν την αρχή του τέλους της δημοκρατίας, όπως την καταλαβαίνανε οι προηγούμενες γενιές.
Η Charlotte ήταν άθελά της η πρώτη δημιουργός γραφικής νουβέλας. Χρησιμοποίησε ελεύθερες, ξέχειλες από φαντασία απεικονίσεις των προσωπικών βιωμάτων της ημερολογιακά, με σαρωτική διάθεση έκθεσης. Αναζητούσε την ελπίδα σε ένα χάος όπου η αδικία καταπατούσε την όποια ουτοπία. Με ισορροπιστικές διαθέσεις ρεαλισμού και ονείρου, λέξεις διάχυτες σαν νερομπογιές που ποτίστηκαν από δάκρια πάνω στο χαρτί, νεανική αθωότητα με ενήλικη αποστασιοποίηση, ταινία και ηρωίδα επαναπροσδιορίζουν την ακινησία στα 24 καρέ.
Τη φωνή της Charlotte στην αγγλική έκδοση χαρίζει η Κίρα Νάιτλυ και στη γαλλική η Μαριόν Κοτιγιάρ.
All my puny sorrows
Η ανθρωπιά που χαρακτηρίζει τους Καναδούς, πλαισιώνει την ακόλουθη ταινία, η οποία συντάσσεται με τους προβληματισμούς που προκύπτουν από την υποβοηθούμενη αυτοκτονία και το σύμπαν των ανθρώπων που επηρεάζει.
Μια ακόμα αληθινή ιστορία οπτικοποιείται από τις σελίδες του ομώνυμου βιβλίου που έγινε best seller στον Καναδά. Στο All My Puny Sorrows, μία μέτριας αποδοχής συγγραφέας προσπαθεί να αντισταθεί στην επιθυμία της όμορφης και ταλαντούχας αδελφής της, που πάσχει από βαριάς μορφής κατάθλιψη. Παράλληλα γράφει ένα ανούσιο, πλήρως μη βιωματικό βιβλίο, καταδικασμένο από τις πρώτες λέξεις στην αποτυχία και το συγγραφικό μπλοκάρισμα.
Η σχέση με τη βαθύτατα θρησκευόμενη μητέρα της, η απώλεια του πατέρα της, η οδύνη ενός ανεξέλεγκτου πλήρως προγραμματισμένου θανάτου, τα ξεσπάσματα της ηρωίδας στον αγενή άγνωστο κύριο στο πάρκινγκ αλλά και ο κοχλάζοντας θυμός προς την αδελφή της -που έχει ομορφιά, νιάτα και επιτυχημένη καριέρα στον χώρο της μουσικής και αδυνατεί να ζήσει ευτυχισμένη-, στοιχειοθετούν ένα συγκλονιστικό ερμηνευτικό δίχτυ προστασίας για την Άλισον Πιλ, που με απλότητα και νεύρο δίνει ίσως την καλύτερη μέχρι στιγμής ερμηνεία της καριέρας της. Το λεκτικό της ξέσπασμα σε μία σκηνή, είναι ισάξιο με εκείνο της Σίρλευ μακΛέιν στο «Σχέσεις στοργής».
Όπως και οι περισσότερες βιογραφίες του είδους που βασίζονται σε βιβλία, καταδικάζεται σε κινηματογραφική εξ’ αφηγήσεως καταγραφή των συμβάντων, τις γραπτού λόγου αποτυπώσεις συναισθημάτων, τις περιγραφικές καταστάσεις, όμως η κινηματογραφική εμπειρία, η ενστικτώδης ερμηνευτική σοφία των Άλισον Πιλ, Σάσα Γκαντίον και Μέαρ Γουίνινγκχαμ, το κεντρικό ερώτημα περί δικαιώματος ή υποχρέωσης των ανθρώπων στο θείο δώρο της ζωής, είναι ικανά εργαλεία για να σκαλίσουν στις ψυχές των θεατών μια πολυδιάστατη εμπειρία αφήγησης.
Πολλαπλές τεχνικές δημιουργικής γραφής χαράσσονται λεπτεπίλεπτα όταν μόνο μια απλή λέξη, η πρώτη του βιβλίου, είναι ικανή να σκαλίσει το συναίσθημά μας. Ευφυής επιλογή και από τη Σάσα Γκαντόν στον ρόλο της καταθλιπτικής αντιηρωίδας, να αποφύγει τις εκρήξεις, τις εντάσεις, τις δικαιολογίες για την επιλογή της.
To Kill The Beast
Όταν προτρέπεις από τον τίτλο να σκοτωθεί το κτήνος, δύο τινά ίσως καθοδηγήσουν την ιστορία: ο ηρωισμός ενός ανθρώπου ή μιας ομάδας υποκινούμενης από κάποιον ηγέτη που θα σκοτώσει το αιμοβόρικο κτήνος ή μια Οργουελική φάρσα, που το κτήνος θα είναι ο δολοφόνος του.
Η τολμηρή επιλογή της Αγκουστίνα Σαν Μαρτίν να διαλέξει ένα τρίτο μονοπάτι, όπου το κτήνος δεν είναι καν ιδέα αλλά ιδεόγραμμα και οι πιθανοί δολοφόνοι έχουν αποδεχτεί άκριτα τις μοίρες τους, κάνει αυτό το ντεμπούτο άξιο αναφοράς.Ένα πλήρως άκακο -όπως θα αποδειχθεί- κτήνος με μορφή βοδιού, ταράσσει τις ισορροπίες της κοινότητας που ζει και εργάζεται στη μέση της ζούγκλας, στα σύνορα Βραζιλίας και Αργεντινής. Η Εμίλια (Ταμάρα Ρόκα), προσπαθεί να προφυλαχτεί από το κτήνος, που συχνά τα κέρατα του γεμίζουν το κάδρο μας, αλλά και να βρει τα χνάρια του χαμένου αδελφού της.
Με συνεχόμενα αναπάντητα μηνύματα της στον τηλεφωνητή του, σε ένα έτοιμο να γκρεμιστεί hostel της κακιάς ώρας όπου δεν ηχούν -και δεν λειτουργούν- τηλέφωνα, ανακαλύπτει τη σεξουαλικότητα της πίσω από μισοσυσκευασμένα κάδρα, στα οποία απεικονίζεται μέρος της μορφής του Elvis Presley, σαν να ψιθυρίζει στις φοβισμένες ψυχές φράσεις τραγουδιστές, όπως το are you lonesome tonight. Σε αυτόν τον χώρο ηχούν παραληρηματικές διασκευές του Ave Maria και το πιο βουβό κλάμα που θα ακούσετε στη ζωή σας.
Η opera prima της Αγκουστίνα Σαν Μαρτίν, έχει τόλμη και αδυναμίες, κοινοτυπία και πρωτοτυπία, όραμα και την απουσία του σε οπερετικές δόσεις. Έχει όμως και την κατάλληλη δικαιολογία φόβου, φρίκης και οδύνης, προσωποποιημένη σε μια άκακη μορφή που θα απαγορεύει τις υπερβάσεις· ο φόβος βλέπετε δεν φυλά τα έρμα, αλλά τρώει τα σωθικά. Στο συγκεκριμένο συνοριακό μεταιχμιακό γεωγραφικό τεμάχιο μεταμορφώνεται σε αγροτεμάχιο αυτοσαρκασμού, ερωτισμού, πρωτογονισμού.
Violet
Η βιολέτα είναι ένα λουλούδι που συνδέεται με την ομορφιά -λόγω του σχήματός του- και το πένθος -εξαιτίας του χαρακτηριστικού μωβ χρώματός του που κυριαρχεί. Φύεται σε λιβάδια ή υγρά δάση. Το όνομα της ηρωίδας παραμένει ασύνδετο με το λουλούδι, την καρποφορία του αλλά και όσα παραπάνω συνειρμικά φανταστήκαμε.
Η Τζάστιν Μπέιτμαν, με σημαντική πορεία μπροστά από τις κάμερες (συμπρωταγωνιστούσε στην πρώτη σειρά που έκανε γνωστό τον Μ. Τζ. Φοξ, το Family Ties) με ειλικρίνεια και κινηματογραφική τόλμη καταπιάνεται με ένα ιδιαίτερα γνωστό σε εκείνη κόσμο, αυτόν της παραγωγής ταινιών.
Χωρίς φόβο έκθεσης και με τον δικό της γραφικό χαρακτήρα, εκθέτει οπτικά τις σκέψεις της ταλαντούχας αλλά με χαμηλή αυτοεκτίμηση ηρωίδας της, η οποία βρίσκεται στο κομβικό σημείο που χρειάζεται αποφάσεις για να προχωρήσει η ζωή της στην κατεύθυνση που θα φέρει αγαλλίαση στην ψυχή της.
Oι ερωτήσεις που θα θέσει στην αρχή της ταινίας, ξεκινούν ως καταφατικές θέσεις για να τροποποιηθούν λίγο αργότερα σε ερωτήματα και αυτοτιμωρία. Με αιχμηρή ματιά και τόλμη, σε ένα τουρ-ντε-φορς επιβίωσης, η κεντρική ηρωίδα, την οποία υποδύεται η Ολίβια Μουν, επαναπροσδιορίζει τη ζωή της, επανασυντάσσει τα ταλέντα της και αντιμετωπίζει τις λανθασμένες προσωπικές της επιλογές.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος