Ήταν σ’ ένα από εκείνα τα νοσταλγικά Κυριακάτικα τραπέζια με φίλους. Μόλις είχαμε «ανοίξει τις πόρτες μας» μετά την Covid. Ωραίες κουβέντες, ωραίο το κατσικάκι με τις πατάτες, δροσερή η σαλάτα, αλλά λίγο πριν το γλυκό…παραλίγο να μείνουμε με την μπουκιά στο λαιμό. Άλλοι έμειναν με το κουταλάκι στον αέρα.
« Ο Πέτρος είχε μια πολύ σημαντική συνέντευξη, μέσω zoom, για προαγωγή στη δουλειά του και για να μην σηκωθεί από την καρέκλα φόρεσε πάνα», μας είπε μια από τις φίλες που τρώγαμε μαζί, και μητέρα του Πέτρου. Ο πατέρας του, επιβεβαίωσε κουνώντας στωικά το κεφάλι του.
Ο νεαρός, απολύτως υγιής, πολύ αξιόλογος και καταρτισμένος, με σημαντικές σπουδές, εργάζεται σε μια πολύ γνωστή πολυεθνική στο εξωτερικό. Δεν είναι καθόλου «γιάπης». Είναι ένα έξυπνο παιδί από την Ελλάδα, το οποίο εργάζεται στη διεθνή αγορά.
Δεν ξέρω αν άλλα παιδιά σκέφτηκαν να φορέσουν πάνα για να ανταπεξέρθουν στον ανταγωνισμό της αγοράς.
Γνωρίζω όμως πολλούς νέους, όπως την Τάλια, η οποία αντιμετωπίζει ένα νέο φαινόμενο:
Προκειμένου να τους αποδείξουν την αξία τους, κάποιοι εργοδότες ζητούν από υποψήφιους εργαζόμενους να εργαστούν προτού καν προσληφθούν – κάποιες φορές με αναθέσεις που χρειάζονται ώρες, ακόμα και μέρες για να ολοκληρωθούν. Κάποιοι ανακαλύπτουν πως εταιρείες χρησιμοποιούν τις ιδέες που καταθέτουν αμισθί, χωρίς την άδειά τους.
Η πικρή εμπειρία της δοκιμαστικής εργασίας
Η Τάλια, ήταν συγκρατημένα αισιόδοξη όταν είδε την αγγελία για τη θέση προϊσταμένης σε μεγάλη εταιρεία πρόβλεψης τάσεων. Εργαζόταν ως ελεύθερη επαγγελματίας και οι περιορισμοί του Brexit είχαν πλήξει την καριέρα της. Έτσι, απασχολούνταν σε μια δουλειά με τον κατώτατο μισθό και αναζητούσε θέση ανάλογη με τις δεξιότητές της.
«Σκέφτηκα πως άξιζε να δοκιμάσω, επειδή ο μισθός ήταν 55.000 λίρες τον χρόνο, παρόμοιος με τα εισοδήματά μου στο παρελθόν», λέει η Τάλια. «Μου είπαν πως θα περάσω από πέντε συνεντεύξεις. Εάν τα πήγαινα καλά στις τρεις πρώτες, θα μου ζητούσαν να κάνω ένα εκτενές ερευνητικό πρότζεκτ». Η Τάλια κατάφερε να φτάσει σε αυτό το σημείο της διαδικασίας και πήρε μία εβδομάδα άδεια για να αφιερωθεί στο πρότζεκτ με όλες τις δυνάμεις της.
Κατέθεσε ένα έγγραφο 25 σελίδων με εκτενείς σημειώσεις και γραφικά, όπως της ζητήθηκε. Το επόμενο βήμα ήταν μια συνέντευξη πρόσωπο με πρόσωπο με δύο διευθυντές της εταιρείας. Ωστόσο, στη συνάντηση ήταν μόνο ένας. «Απάντησα σε πολλές ερωτήσεις για τη μέθοδο έρευνας που ακολούθησα και τη δουλειά μου», λέει η ίδια. «Όταν ρώτησα για τη θέση, οι απαντήσεις ήταν πολύ αόριστες. Μου είπαν πως οι τελικοί υποψήφιοι ήταν τρεις και ότι θα με ενημέρωναν εντός μίας εβδομάδας». Η εταιρεία δεν απάντησε ποτέ στην Τάλια, παρά τις προσπάθειες της να επικοινωνήσει. «Έμαθα για κάποιον που είχε ακριβώς την ίδια εμπειρία. Είναι ξεκάθαρο πως συλλέγουν δεδομένα από έρευνες δωρεάν, με την πρόφαση ότι προτίθενται να προσλάβουν κόσμο. Κάτι που στην πραγματικότητα δεν γίνεται», λέει η Τάλια.
Η παρουσίαση δείγματος εργασίας κατά τη διαδικασία πρόσληψης αποτελεί από καιρό τρόπο ώστε να εκτιμηθεί η καταλληλόλητα κάποιου για μια θέση. Εκτός του ότι αποτελεί ευκαιρία για τους εργοδότες να δουν πώς θα προσέγγιζε πτυχές της δουλειάς ο υποψήφιος εργαζόμενος, δίνεται και η δυνατότητα στον υποψήφιο να αναδείξει τις ικανότητές του, ειδικά αν δεν τα πάει καλά με τις προσωπικές συνεντεύξεις.
Όμως, η ανάθεση εργασίας για το σπίτι αρχίζει και παίρνει γιγάντιες διαστάσεις. Σε κάποιους υποψήφιους ζητούν να αφιερώσουν μέρες, ακόμα κι εβδομάδες, για να «αποδείξουν» πως είναι οι κατάλληλοι για τη θέση. Και αυτό αποτελεί πρόβλημα, για πολλούς λόγους.
Είτε πρόκειται για δημοσιογράφους που προτείνουν ιδέες για θέματα, για λογιστές που παίρνουν μέρος σε διήμερα με ψυχομετρικά τεστ, πιθανά σενάρια εργασίας και παρουσιάσεις, είτε για γραφίστες που παραδίδουν σύνθετα πρότζεκτ, το αίτημα από πλευράς εργοδότη για αμισθί εργασία κατά τη διάρκεια της διαδικασίας πρόσληψης μπορεί να κρύβει δόλο. Λίγοι είναι οι τομείς που δεν ακολουθούν αυτή την πρακτική, και σίγουρα δεν έχει να κάνει με την προϋπηρεσία ενός υποψηφίου.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους αυτές οι πρακτικές προκαλούν αγανάκτηση. Η σπατάλη χρόνου -ενίοτε και το χάσιμο εσόδων, όπως στην περίπτωση της Τάλιας- είναι ίσως το πιο κοινό πρόβλημα.
Ακόμα και για θέσεις χωρίς χρονοβόρα δοκιμαστικά, οι υποψήφιοι πρέπει να αφιερώσουν χρόνο για να προετοιμαστούν για τη συνέντευξη· και αν προβλέπεται φυσική παρουσία, υπολογίστε και τις μετακινήσεις. Ακολουθεί η δοκιμαστική εργασία.
Και παρόλο που κάποιοι υποψήφιοι μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτές τις χρονικές απαιτήσεις πριν ή μετά την εργασία τους, άλλοι δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα. Κάποιοι θα πρέπει να πάρουν άδεια άνευ αποδοχών από τη δουλειά τους ή να βρουν τρόπους για τη φύλαξη των παιδιών τους.
Άλλο μεγάλο ζήτημα είναι ότι οι υποψήφιοι κάνουν δουλειά που πρέπει να αμειφθεί, αλλά δεν αμείβονται. «Το να ζητάς από κάποιον να φέρει εις πέρας μια ανάθεση ή να εργαστεί δοκιμαστικά, δεν είναι ανήθικο αυτό καθαυτό. Το πρόβλημα είναι όταν δεν τον πληρώνεις», λέει η Λατίσα Μπερντ, διευθύνουσα σύμβουλος του πρακτορείου εύρεσης προσωπικού Perfeqta, στη Βόρεια Καρολίνα των ΗΠΑ. «Ανεξάρτητα από τον όρο που χρησιμοποιείς, το να κάνεις ανάθεση σε υποψήφιους χωρίς αμοιβή είναι αμισθί εργασία», προσθέτει.
Ωστόσο, εκτός από τον χρόνο και την αμοιβή, οι διαδικασίες μπορεί να είναι ακόμα πιο «σκοτεινές». Συγκεκριμένα, κάποιοι ανακαλύπτουν πως εταιρείες χρησιμοποιούν τις ιδέες που καταθέτουν αμισθί, χωρίς την άδειά τους.
Η Ολίβια, που ζει στο Ηνωμένο Βασίλειο, δεν είχε σκοπό να φύγει από την εταιρεία στην οποία εργαζόταν. Όμως ένας πρώην συνάδελφός της της πρότεινε να κάνει αίτηση για μια θέση σε πρακτορείο. «Συνάντησα τον διευθυντή στρατηγικής ανάπτυξης και μου ζητήθηκε να συντάξω μια καμπάνια για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με προωθητικές δράσεις, διάρκειας ενός έτους, για έναν από τους νέους πελάτες τους», λέει η ίδια.
Αφού αφιέρωσε τρεις μέρες στο πρότζεκτ, το παρουσίασε και είχε θερμή υποδοχή. Σύντομα της προσφέρθηκε η θέση εργασίας. Ενώ σκεφτόταν αν θα δεχθεί ή όχι, η εταιρεία ζήτησε από την Ολίβια να στείλει την πρότασή της ώστε να τη δει ο διευθύνων σύμβουλος. Ένιωσε άβολα και προσφέρθηκε να την παρουσιάσει η ίδια, κάτι που η εταιρεία δεν δέχθηκε. Λίγους μήνες αργότερα, αφού τελικά απέρριψε τη θέση για άλλους λόγους, η Ολίβια εντόπισε περιεχόμενο στο TikTok που, όπως η ίδια λέει, βασιζόταν στην ιδέα που είχε προτείνει. «Στη συνέχεια, είδα μια καμπάνια follow-up με την ίδια ακριβώς ιδέα. Σκέφτηκα, “για μισό λεπτό, αυτή είναι η στρατηγική μου”». Σημειώνει πως χαίρεται που αρνήθηκε να στείλει ολόκληρη την έκθεσή της και τονίζει πως δεν θα μοιραστεί ποτέ ξανά δουλειά της με πιθανό εργοδότη.
Υψώστε τις κόκκινες σημαίες σας
Είναι δύσκολο να ξέρεις ποια χρονοδιαγράμματα και ποιες απαιτήσεις είναι συνηθισμένα και αποδεκτά όταν εισέρχεσαι σε έναν νέο επαγγελματικό χώρο. Κάποιοι ειδικοί πιστεύουν πως η συγκέντρωση πληροφοριών μέσω επαγγελματικών κοινοτήτων μπορεί να βοηθήσει σε αυτό.
«Εάν αισθάνεσαι πως η διαδικασία ξεπερνάει τα όρια, ρώτα κάποιον από το δίκτυό σου για το πώς ήταν η δική του εμπειρία, και αν αυτό το οποίο σου ζητούν να κάνεις είναι εκτός ορίων», προτείνει ο Τσαντ Λίμπεντγκουθ, που εργάζεται για τη συμβουλευτική εταιρεία ανθρώπινου δυναμικού Robert Half.
Ωστόσο, ο Νικ Κορκόντιλος, δημιουργός της πλατφόρμας «Ask the Headhunter», είναι απόλυτος. Πιστεύει πως οι συνεντεύξεις με δοκιμαστική εργασία στόχο έχουν την εκμετάλλευση και ανήκουν στην ίδια κατηγορία με «την αγενή και αδικαιολόγητη απαίτηση να αποκαλύψεις το ιστορικό με τις αμοιβές σου».
Συμβουλεύει τους υποψήφιους εργαζόμενους «να αντιπροτείνουν μια δίκαιη εναλλακτική, όταν οι εργοδότες “πετούν” ένα εξωφρενικό: “Δείξε μας τι μπορείς να κάνεις, με αυτή την ανάθεση διάρκειας δύο εβδομάδων”». Και προσθέτει: «Προτείνετε να την αναλάβετε έναντι ημερομισθίου, μέχρι ο εργοδότης να αποφασίσει αν θα προσλάβει εσάς ή κάποιον άλλον».
Η Μπερντ συμφωνεί πως οι υποψήφιοι «δεν πρέπει να φοβούνται να παρουσιάσουν κάποιο συμβόλαιο στους εργοδότες, ή να ζητήσουν να συνταχθεί ένα, προτού ξεκινήσουν την ανάθεση, ώστε να προστατευθεί η πνευματική τους ιδιοκτησία». Όπως λέει, είναι σημαντικό να τους ενημερώσει η εταιρεία για τη διάρκεια του πρότζεκτ, καθώς και για όλα τα βήματα της διαδικασίας πρόσληψης.
Αδυναμία να δοθούν αυτές οι λεπτομέρειες ή η απαίτηση μεγάλου όγκου αμισθί εργασίας, αποτελούν τεράστιες «κόκκινες σημαίες» για τους υποψήφιους, προσφέροντας μια γεύση του πώς είναι να εργάζεσαι για αυτή την εταιρεία. Ούτως ή άλλως, λέει η Μπερντ, οι συνεντεύξεις είναι ευκαιρία για τους υποψήφιους να «θερμομετρήσουν» μια εταιρεία, όπως κάνει κι εκείνη.
Ωστόσο, δεν είναι πάντα τόσο απλό να πεις «όχι» σε τέτοιες αναθέσεις. Όσοι αναζητούν εργασία, πολλοί από τους οποίους στέλνουν παράλληλα πολλές αιτήσεις, στο τέλος έρχονται αντιμέτωποι με ένα δίλημμα:
Να «υποδουλωθούν» στην ανάθεση που πήραν για το σπίτι, χωρίς καμία εγγύηση ανατροφοδότησης ή ακόμα και απάντησης, ή να αρνηθούν να εργαστούν αμισθί, και να διακινδυνέψουν να βγουν εκτός κούρσας;
Κάποιοι μπορεί να έχουν πολλές επιλογές και με ευκολία να επιλέξουν το δεύτερο. Ωστόσο, δεν έχουν όλοι την ίδια δυνατότητα -ή οικονομική ασφάλεια- να διακινδυνέψουν την υποψηφιότητά τους. Αυτό σημαίνει πως για κάποιους, η μόνη επιλογή είναι να δεχθούν τέτοιες αναθέσεις, ενάντια στο ένστικτό τους.
Σε έναν ιδανικό κόσμο, δεν θα έπρεπε ένας υποψήφιος εργαζόμενος να ζητάει αμοιβή για την εργασία του· θα ήταν μια ρυθμισμένη, αμειβόμενη διαδικασία. Παρόλο που δεν αποτελεί κανόνα, κάποιες εταιρείες αποκαθιστούν την ισορροπία δυνάμεων, αμείβοντας τους υποψήφιους γι’ αυτού του είδους τις αναθέσεις.
Για παράδειγμα, οι υποψήφιοι για θέση προγραμματιστή στην εταιρεία Automattic στο Σαν Φρανσίσκο, μητρική εταιρεία της WordPress και του Tumblr, περνούν από συνέντευξη με γραπτά μηνύματα, έπειτα από μια δοκιμασία παραγωγής κώδικα, και στη συνέχεια τους αναθέτουν ένα πρότζεκτ 40 ωρών με συμβόλαιο.
Οι υποψήφιοι αμείβονται με 25 δολάρια την ώρα, και δεν υπάρχει χρονική διορία για την ολοκλήρωση της ανάθεσης. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο στον χώρο της τεχνολογίας. Τον Μάρτιο του 2022, η μη κερδοσκοπική εταιρεία FoodShare στο Τορόντο, άρχισε να πληρώνει 75 δολάρια την ώρα για τη συνέντευξη και τον μισθό της θέσης για την οποία ενδιαφέρονται οι υποψήφιοι, σε περίπτωση που ολοκληρώσουν παρουσιάσεις ή αναθέσεις.
Πρόκειται για μια τακτική που οι υποψήφιοι εργαζόμενοι θεωρούν πολύ πιο ισότιμη. Όταν μια πολυεθνική εταιρεία λογισμικού προσέγγισε τη Ρουθ μέσω Linkedin, αρχικά πέρασε από μια συνέντευξη και πληρώθηκε με 250 δολάρια για να πραγματοποιήσει ένα πεντάωρο δοκιμαστικό. Ακολούθησε μία ακόμα συνέντευξη και μια δεύτερη ανάθεση, για την οποία πληρώθηκε 500 δολάρια. «Υπολόγιζαν ότι θα χρειαστούν δέκα ώρες. Όμως ήθελα να κάνω καλή δουλειά, οπότε αφιέρωσα δώδεκα», λέει η Ρουθ, που ζει στο Βερολίνο.
Έπειτα από αρκετές ακόμα συνεντεύξεις, της προσφέρθηκε η θέση. «Ήταν μία από τις πιο θετικές εμπειρίες πρόσληψης. Ήταν επαγγελματίες και πάντα διάφανοι για τα βήματα που θα ακολουθούσαν», αναφέρει η Ρουθ. «Το να αμείβεσαι -σχεδόν αμέσως μετά την ολοκλήρωση των αναθέσεων- είναι κάτι που εκτίμησα πολύ, και με έκανε να θέλω να συμμετέχω στη διαδικασία», σημειώνει.
Η Ναπάλα Πρατίνι, συνιδρύτρια της start-up Habitual στο Λονδίνο, υπογραμμίζει πως, εκτός από την ενδυνάμωση του ονόματος της εταιρείας, το να πληρώνεις άμεσα τους υποψήφιους μπορεί να είναι πιο επικερδές από το να πληρώνεις πρακτορεία ή αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αμέσως μετά την ίδρυσή της το 2019, η εταιρεία της άρχισε να αμείβει τους υποψήφιους με ένα ποσό 25 λιρών την ώρα για έως τέσσερις ώρες εργασίας.
«Δεν είναι τεράστιο το ποσό, αποτελεί κυρίως μια ανταμοιβή κάποιου για τον χρόνο του», εξηγεί η Πρατίνι. «Ως υποψήφιος, μπορεί εύκολα να νιώσεις ότι δεν έχεις κανένα έλεγχο της κατάστασης. Μπορεί να μη ρισκάρεις τη ζωή σου, ωστόσο “επενδύεις” σε μια εταιρεία, κι εκείνη θα έπρεπε να το εκτιμάει αυτό», λέει χαρακτηριστικά.
Καθώς οι υποψήφιοι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν πολύ διαφορετικά εμπόδια στη διαδικασία πρόσληψης, ενώ δεν λείπει και η εκμετάλλευση, η διαφύλαξη του χρόνου τους και το να μην υποτιμούν την αξία τους παραμένει μια άσκηση ισορροπίας.
Η Τάλια συνεχίζει κάνοντας διάφορες δουλειές και, παρόλο που δεν έχει κάτι σίγουρο στον ορίζοντα, ξέρει πώς να αντιδράσει εάν της προτείνουν ξανά συνέντευξη με δοκιμαστική εργασία. «Αν είναι κάποιο μικρό πρότζεκτ, ένα ή δύο σχέδια, δεν πειράζει. Όμως αν πρόκειται για σοβαρή ανάθεση, πιστεύω πως είναι δικαίωμά μου να αρνηθώ», τονίζει η ίδια.
*Οι ιστορίες βασίζονται στο άρθρο:The ‘working’ job interviews that go too far, Megan Carnegie. Η ιστορία του Πέτρου είναι πέρα για πέρα αληθινή.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος