Όταν οι Βρετανοί ψήφιζαν 67% υπέρ της Ευρώπης – Πώς προβλέπεται έξοδος από την ΕΕ

Toυ Πολυδεύκη Παπαδόπουλου

Το βρετανικό δημοψήφισμα της 23ης Ιουλίου είναι το δεύτερο του είδους, καθώς  στις 5 Ιουνίου του 1975 στη χώρα οργανωνόταν πάλι δημοψήφισμα για το αν θα παραμείνει στις ΕΚ, μόλις δυόμιση χρόνια μετά την ένταξή της, και στο οποίο το ΝΑΙ έπαιρνε το 67% Πάντως, η αποχώρηση μιας χώρας μέλους της Ευρωπαïκής Ενωσης και παλιότερα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δεν προβλεπόταν από τις προηγούμενες Συνθήκες. Ωστόσο, η τελευταία Συνθήκη για την ΕΕ περιλαμβάνει στο άρθρο 50 τη λεγόμενη «ρήτρα αποχώρησης», βάση της οποίας μπορεί να συμβεί η έξοδος της Βρετανίας ή άλλου κράτους.

1975: Το πρώτο δημοψήφισμα με ερώτημα για «Βrexit»

Το θέμα του επικείμενου δημοψηφίσματος  με το ερώτημα «Μέσα ή έξω» από την ευρωπαϊκή ενοποίηση βρίσκεται στο προσκήνιο επί δεκαετίες  στη Βρετανία,  καθώς  η ευρωπαϊκή σχέση της  χώρας είναι από τα πιο διχαστικά ζητήματα στην κοινωνία της . Σε   ό, τι αφορά το πολιτικό της σύστημα, ο ευρωπαϊσμός και ευρωσκεπτικισμός εναλλάσσονται στην ιστορία και των δύο μεγάλων κομμάτων της, των Συντηρητικών και των Εργατικών.  Μόνον το μικρότερο κόμμα των Φιλελεύθερων Δημοκρατών τάσσεται από πάντα υπέρ της συμμετοχής στην ΕΕ, αλλά κι αυτό χωρίς να υποστηρίζει την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Επίσης, σταδιακά από τις δεκαετίες ’80 και ’90 ισχυρός ευρωπαϊσμός διατρέχει τους Σκώτους Εθνικιστές, οι οποίοι βλέπουν την ενίσχυση των Βρυξελών ως ένα τρόπο για να αυξήσουν την αυτονομία από το Λονδίνο.

Πάντως, ήταν ένας Συντηρητικός πρωθυπουργός, ο Εντουαρντ Χιθ, που έβαλε τη Βρετανία στην ΕΕ το 1973. Μερικά χρόνια νωρίτερα, το 1957 η Γηραιά Αλβιόνα είχε αρνηθεί την πρόσκληση να συμμετάσχει στην ΕΟΚ , όταν αυτή ιδρυόταν, και είχε προτιμήσει  να δημιουργήσει το 1960 με άλλες έξη χώρες (Αυστρία, Δανία, Ελβετία, Νορβηγία, Πορτογαλία, Σουηδία) την Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ).

Όμως,  για οικονομικούς λόγους το Λονδίνο μετέβαλε την στρατηγική του και υπέβαλε αίτηση για να ενταχθεί το 1961 και το 1967 στην ΕΟΚ.  Ωστόσο και τις δύο φορές  προσέκρουσε στο βέτο του γάλλου προέδρου Σαρλ ντε Γκολ, ο οποίος θεωρούσε ότι Βρετανία διακρίνεται από  μια εχθρότητα προς την Ευρώπη και πως ενδιαφέρεται περισσότερο για τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ.

Εντέλει η ένταξη έγινε αποδεκτή από τους τότε 6 εταίρους της ΕΟΚ μόνον μετά το θάνατο του Ντε Γκολ, το 1972, για να ισχύσει από την 1/1/1973, μαζί με την επίσης προσχώρηση της Ιρλανδίας και Δανίας,  στην 1η διεύρυνση της Κοινότητας.

Ωστόσο, μόλις δυόμιση χρόνια μετά,  ο Εργατικός πρωθυπουργός Χάροντλ Ουίλσον, που στο μεταξύ είχε διαδεχθεί τον Χηθ, ήταν αυτός που οργάνωσε δημοψήφισμα  την παραμονή ή όχι της Βρετανίας στην ΕΟΚ. Ο λόγος ήταν πως αντιμετώπιζε μια σκληρή εσωκομματική αντιπολίτευση από την αριστερή πτέρυγα του κόμματός του, η οποία πίεζε για έξοδο.  Το δημοψήφισμα οργανώθηκε στις 5 Ιουνίου το 1975 και τότε το ΝΑΙ επικράτησε κατά κράτος έναντι του ΟΧΙ  ( 67% με 33%).

Η μεγάλη διαφορά που σημειώθηκε στα ποσοστά είχε να κάνει με το ότι την παραμονή στην Κοινότητα υποστήριζαν στα μέσα του ’70 τα περισσότερα στελέχη των Εργατικών, πλην των «αριστερών»,  σχεδόν όλα τα προβεβλημένα στελέχη των Συντηρητικών, το μεγαλύτερο μέρος του επιχειρηματικού κόσμου και όλα τα σημαντικά ΜΜΕ της Βρετανίας….

 Η διαδικασία για τη αποχώρηση μιας χώρας από την ΕΕ

Το άρθρο 50 της αναθεωρημένης Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, που είναι γνωστή και ως Συνθήκη της Λισσαβόνας προβλέπει για πρώτη φορά τη «Ρήτρα Αποχώρησης», η οποία είναι ένας μηχανισμός για την ακούσια και μονομερή αποχώρηση ενός κράτους μέλους από την Ευρωπαϊκή Ένωση .

Σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται, μια χώρα της ΕΕ που επιθυμεί να αποσυρθεί πρέπει να ενημερώσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για αυτήν την πρόθεσή της. Ζητείται, τότε, από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να παρέχει καθοδήγηση για τη σύναψη συμφωνίας, η οποία και θα ορίζει τις κανονιστικές ρυθμίσεις για την αποχώρηση αυτού του κράτους. Στη συνέχεια, η εν λόγω συμφωνία συνάπτεται για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει σχετικά με ειδική πλειοψηφία, αφού έχει λάβει τη σύμφωνη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Οι Συνθήκες της ΕΕ παύουν να ισχύουν για την εν λόγω χώρα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας ή εντός δύο ετών από την κοινοποίηση της αποχώρησης. Το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει να παρατείνει αυτήν την περίοδο. Πάντως, οποιαδήποτε χώρα έχει αποχωρήσει από την ΕΕ μπορεί να υποβάλλει υποψηφιότητα για να προσχωρήσει εκ νέου. Τότε, όμως, θα πρέπει να υπαχθεί από την αρχή στη διαδικασία προσχώρησης.

Όλες οι Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο,  στο ertnews.gr
Διάβασε όλες τις ειδήσεις μας στο Google
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
Προσοχή! Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των πληροφοριών του παραπάνω άρθρου (όχι αυτολεξεί) ή μέρους αυτών μόνο αν:
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος