Στα 11 δισ. ευρώ διαμορφώνονται οι προσφορές για το νέο ελληνικό 10ετές ομόλογο, από το οποίο ο ΟΔΔΗΧ στοχεύει να αντλήσει περίπου 3-3,5 δισ. ευρώ. Το επιτόκιο για τον νέο τίτλο, λήξεως 18 Ιουνίου του 2032, διαμορφώνεται στις 140 μονάδες βάσης επί των midswaps, σύμφωνα με το Reuters.
Η τιμολόγηση του ομολόγου αναμένεται εντός της ημέρας. Οι Barclays, Commerzbank, Eurobank, Morgan Stanley, Nomura και Societe Generale ορίστηκαν ανάδοχοι.
Το guidance ορίστηκε στις 145 μ.β + Mid Swap, δηλαδή κοντά στο 1,89%, με τις εκτιμήσεις όπως να εστιάζουν προς το εύρος του 1,75% – 1,8% αν και όλα τα εξαρτηθούν από τις συνθήκες της αγοράς. Αντίστοιχα, στις 27 Ιανουαρίου, το Ελληνικό Δημόσιο είχε αντλήσει 3,5 + 2,5 δισ. από την έκδοση 10ετούς τίτλου λήξης Ιουνίου 2031 και το reopening αυτού, με επιτόκιο 0,81% και 0,888% αντίστοιχα.
Ο ΟΔΔΗΧ είχε ήδη ανακοινώσει από χθες την επικείμενη έκδοση δίνοντας την εντολή εκτέλεσης της στους αναδόχους Barclays, Commerzbank, Eurobank, Morgan Stanley, Nomura και Société Générale.
Παρά τις πιέσεις που δέχονται αυτόν τον καιρό τα ομόλογα, λόγω νευρικότητας στις αγορές (υψηλές πιέσεις στα yields) και των πρώτων δειγμάτων ότι οι κεντρικές τράπεζες οδεύουν προς μία πιο σφιχτή νομισματική πολιτική για να αντιμετωπίσουν τις πληθωριστικές πιέσεις, το κλίμα κρίθηκε κατάλληλο για τους ελληνικούς τίτλους μετά την αναβάθμιση των προοπτικών της οικονομίας από τον οίκο Fitch, αλλά και χάρη στις πολύ καλές δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας κατά το κλείσιμο του 2021 που αφήνουν παρακαταθήκη για τις δημοσιονομικές επιδόσεις της φετινής χρονιάς.
Να σημειωθεί πως η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου διαμορφώνεται στο 1,612%, καταγράφοντας άνοδο περίπου 22,67% τον Ιανουάριο, με το spread έναντι του γερμανικού Bund στις 161,8 μ.β και έναντι του ιταλικού 10ετούς στις 21,8 μ.β. Η σύγκριση με το ιταλικό 10ετές έχει ιδιαίτερη σημασία όσο η Ελλάδα δεν διαθέτει επενδυτική βαθμίδα (investment grade), ενώ με την επίτευξη αυτού του στόχου, το ενδιαφέρον θα στραφεί στη σύγκριση με τον πορτογαλικό τίτλο.
Αξίζει να υπενθυμίσουμε πως ο ΟΔΔΗΧ έχει θέσει στα 12 δισ. ευρώ τον «πήχη» του δανειακού προγράμματος για το 2022, έχοντας αντλήσει συνολικά για το 2021, 15,8 δισ. ευρώ μέσω των εκδόσεων 30ετούς, 10ετούς, 5ετούς διάρκειας, των επανεκδόσεων και της τελευταίας ανταλλαγής ομολόγων από το PSI που δεν είχαν συμμετάσχει στο swap του Δεκεμβρίου 2017, με τις προσφορές στα βιβλία να φτάνουν τα 124,7 δισ. ευρώ.
Ο ΟΔΔΗΧ στο βασικό του σενάριο και σε ότι αφορά τις ανάγκες χρηματοδότησης εκτιμά πως θα αποπληρωθούν χρεολύσια 8 δισ. ευρώ, τόκοι ύψους 4,7 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των swap που αφορούν τα δάνεια GLF του 2010 ύψους 52,9 δισ. ευρώ στο πλαίσιο του μνημονιακού προγράμματος, με τη χρηματοδότηση του ελλείμματος να φτάνει στα 2,7 δισ. ευρώ, την προεξόφληση εντόκων γραμματίων και διμερών δανείων να διαμορφώνεται στα 5,2 δισ. ευρώ και την κάλυψη άλλων αναγκών στα 4,3 δισ. ευρώ. Έτσι, οι τελικές χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού δημοσίου τον επόμενο χρόνο αναμένεται να φτάσουν στα 24 δισ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί πως οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας δεν ξεπέρασαν το 20% του ΑΕΠ το 2021, κοντά στο μέσο όρο των κρατών της Ευρωζώνης (Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Κύπρος και Ιρλανδία) και θα παραμείνουν αρκετά χαμηλότερα από το 15% το επόμενο διάστημα.
Από την άλλη, σε ό,τι αφορά τις πηγές χρηματοδότησης για το 2022, ο ΟΔΔΗΧ εκτιμά πως οι εισροές από την ΕΚΤ, το RRF, την ΕΤΕπ και το πρόγραμμα SURE θα διαμορφωθούν συνολικά στα 4,2 δισ. ευρώ. Τα κέρδη που θα εκταμιεύσει ο ESM από τα ANFAs και SMPs αναμένεται να φτάσουν τα 1,3 δισ. ευρώ, ενώ τα έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις θα φτάσουν τα 0,7 δισ. ευρώ. Παράλληλα, τα ταμειακά διαθέσιμα εκτιμάται πως θα υποχωρήσουν κατά 6,6 δισ. ευρώ, ενώ στο τέλος της φετινής χρονιάς ξεπερνούν τα 31 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τη Citi (που συγκαταλέγεται στους βασικούς αναδόχους των ομολογιακών εκδόσεων του Ελληνικού Δημοσίου) η επόμενη έξοδος θα ακολουθήσει τον Μάρτιο με το re-opening του 30ετούς ομολόγου που εκδόθηκε πέρσι για την άντληση επιπλέον 2,5 δισ. ευρώ.
Η τρίτη έξοδος στις αγορές αναμένεται τον Απρίλιο, μέσω νέου re-opening του 10ετούς ομολόγου του Ιανουαρίου για ακόμη 2 δισ. ευρώ και τον Ιούνιο με re-opening του 5ετούς ομολόγου του Μαΐου του 2021 για 2 δισ. ευρώ. Τέλος τον Οκτώβριο θα ολοκληρωθεί η εκδοτική δραστηριότητα με την πρώτη «πράσινη» έκδοση ομολογιακού τίτλου διάρκειας 15 ή 20 ετών με φόντο την άντληση 2 δισ. ευρώ.
Η γαλλική Société Générale, η οποία είναι μέρος της ομάδας έκδοσης του νέου ομολόγου, αν και είχε επίσης προβλέψει ότι η χώρα θα έβγαινε στις αγορές τον Ιανουάριο, πόνταρε ότι το kick-off στις αγορές θα ήταν με έκδοση 15 ή 20 ετών, ύψους 3 δισ. ευρώ και έπειτα θα ακολουθούσε η έκδοση ελληνικού 10ετούς ομολόγου ύψους 3 δισ. ευρώ τον Μάρτιο.
Πάντως το Υπουργείο Οικονομικών έχει σχεδιάσει μία στρατηγική για τους επόμενους μήνες με κύριο στόχο την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία ίσως και νωρίτερα από τον Ιούνιο. Μεταξύ αυτών των κινήσεων είναι η πρόωρη αποπληρωμή δανείων του πρώτου Μνημονίου – ΔΝΤ (περί τα 7 δισ. ευρώ), η επανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας έως το 2023 και ταυτόχρονα η πιστή και αποτελεσματική εφαρμογή του Ταμείου Ανάκαμψης και τέλος η σταδιακή επιστροφή σε πλεονάσματα με ταυτόχρονη στήριξη σε ευάλωτα νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Βασικό όχημα αποτελεί η πρόβλεψη για ισχυρή συσσωρευτική ανάπτυξη 11,7% στη διετία 2021-2022, τα υψηλά σχετικά ταμειακά διαθέσιμα που ανέρχονται σε πάνω από 32 δισ ευρώ και η μέχρι στιγμής θετική πορεία του κρατικού προϋπολογισμού με την υπέρβαση των στόχων στα έσοδα.
Σε αυτή την πορεία σύμμαχος παραμένει η ΕΚΤ μέσω του προγράμματος αγοράς ομολόγων, στο οποίο κατ΄ εξαίρεση συμμετέχουν τα ελληνικά ομόλογα ελλείψει της επενδυτικής βαθμίδας. Η ΕΚΤ έχει ήδη αγοράσει τίτλους ύψους 35 δισ. ευρώ. Κατά το 2021 η Ελλάδα βγήκε στις αγορές με ομόλογα 5ετούς, 10ετούς και 30ετούς διάρκειας, αντλώντας συνολικά πάνω από 15 δισ. ευρώ και μέσω του private placement του 30ετούς ομολόγου.
Ειδικότερα, τον Ιανουάριο του 2021 η Ελλάδα προχώρησε σε επανέκδοση τριακονταετούς ομολόγου ονομαστικής αξίας 1, 4 δισ. ευρώ και αξίας διακανονισμού 2,027 δισ. ευρώ με ιδιωτική τοποθέτηση. Ακολούθησε τον Φεβρουάριο του 2021 κοινοπρακτική έκδοση δεκαετούς ομολόγου ύψους 3,500 δισ. ευρώ, με σταθερό επιτόκιο 0,75% και τον Μάρτιο του 2021 κοινοπρακτική έκδοση τριακονταετούς ομολόγου ύψους 2,5 δισ. ευρώ, με σταθερό επιτόκιο 1,875%. Τον Μάιο του 2021 πραγματοποιήθηκε κοινοπρακτική έκδοση πενταετούς ομολόγου ύψους 3 δισ. ευρώ με μηδενικό επιτόκιο και τον Ιούνιο του 2021 ακολούθησε η κοινοπρακτική επανέκδοση του δεκαετούς ομολόγου ύψους 2,5 δισ. ευρώ με απόδοση 0,888%. Τον Σεπτέμβριο του 2021 έγινε διπλή επανέκδοση του πενταετούς και του τριακονταετούς ομολόγου ύψους 1,5 και 1 δισ. ευρώ, αντίστοιχα, με απόδοση 0,020% και 1,675%.
Για πρώτη φορά εδώ και 2,5 χρόνια πάνω από 0% γερμανικό 10ετές
Χαρακτηριστικό πάντως του κλίματος νευρικότητας που επικρατεί στις αγορές είναι το γεγονός ότι για πρώτη φορά εδώ και 2,5 χρόνια γερμανικό 10ετές ομόλογο έσπασε το φράγμα του 0%. Ειδικότερα το επιτόκιο του γερμανικού τίτλου διαμορφωνόταν νωρίς το πρωί στο 0,009%, αυξημένο κατά 2 μονάδες βάσης. Είναι η πρώτη φορά που το επιτόκιο του γερμανικού 10ετούς ομολόγου βρέθηκε πάνω από το 0% από τον Μάιο του 2019.
Πρόκειται για μία σαφή επιβεβαίωση των πιέσεων που ασκούνται τις τελευταίες μέρες στους τίτλους των ισχυρών οικονομικά κρατών παγκοσμίως, εν αναμονή των αποφάσεων των μεγάλων κεντρικών τραπεζών για την πολιτική των επιτοκίων τους. Να σημειωθεί ότι νωρίτερα η γερμανική στατιστική υπηρεσία είχε δώσει στη δημοσιότητα τα οριστικά στοιχεία για την πορεία του πληθωρισμού στη Γερμανία, με τον δείκτη τιμών καταναλωτή στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης να αυξάνεται σε ετήσιο επίπεδο κατά 5,3% (εντός της αρχικής μέτρησης).
Ρεπορτάζ: Κωνσταντίνα Δημητρούλη
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος