Μια παλαιοσεισμολογική μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών έδειξε την ύπαρξη δυο ενεργών ρηγμάτων στον νομό Θεσσαλονίκης, το πρώτο της Ασσήρου–Κριθιάς και το δεύτερο του Δρυμού.
«Πρόκειται για δύο σεισμικές πηγές που πλέον γνωρίζουμε που ακριβώς βρίσκονται και πότε έδρασαν, αλλά δεν έχουν αποτυπωθεί έως τώρα στην ιστορική σεισμικότητα γιατί έχουν χρονολογηθεί πριν από περίπου 3.000- 4.000 χρόνια», εξηγεί ο Γιάννης Παπανικολάου, καθηγητής τεκτονικής γεωλογίας πανεπιστημίου Αθηνών. Παράλληλα, καθησυχάζει ότι από την μελέτη δεν προκύπτει πως επίκειται κάποιος σεισμός.
Το ρήγμα της Ασσήρου–Κριθιάς μήκους 10 χλμ. είναι νέο, αλλά η ζώνη ρήγματος Δρυμού, υπήρχε σε χάρτες. Τα δυο σεισμικά ρήγματα δεν δίνουν συχνά σεισμούς. Οι μετατοπίσεις εντός της τάφρου και το μήκος του ρήγματος δίνουν τον πιθανό βαθμό εκδηλώσεως μιας σεισμικής δραστηριότητος, δηλαδή το μέγεθος του σεισμού.
Στην προκειμένη περίπτωση τα μέγιστα σεισμικά μεγέθη υπολογίζονται στους 6,2 – 6,3 βαθμούς της κλίμακος Ρίχτερ, σε περίπτωση που ενεργοποιηθούν και τα δυο, και παρ’ ότι βρίσκονται πολύ κοντά στον πολεοδομικό ιστό της Θεσσαλονίκης, η κατεύθυνση τους είναι αντίθετη προς την πόλη, κλίνοντας προς τα βόρεια και βορειοανατολικά. Επομένως, πιθανή επαναδραστηριοποίησή τους δεν αναμένεται να προκαλέσει μεγάλες ζημίες, σημειώνει ο κ. Παπανικολάου, συγκριτικά με τον σεισμό του 1978, που ήταν 6,5 βαθμούς. Νότια της λίμνης Κορώνιας υπάρχουν άλλες δομές που ενεργοποιήθηκαν το 1978, αλλά στην βόρειο πλευρά τα ρήγματα δεν είναι τόσο ενεργά.
Τα ρήγματα αυτού του είδους συνήθως ξεκινούν από τα 12 χιλιόμετρα βάθος και φτάνουν στην επιφάνεια, προκαλώντας ρήξεις. Σύμφωνα με τον κ. Παπανικολάου, τα ρήγματα δεν αφορούν μόνο την επιφανειακή δραστηριότητα που είναι άμεσα παρατηρήσιμη. Επηρεάζουν το εσωτερικό γεωλογικό τοπίο, την ροή των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, ενώ πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν για κάθε μελλοντική οικοδομική δραστηριότητα Τα ρήγματα καθορίζουν το ανάγλυφο του εδάφους, επηρεάζουν την χρήση της γής, τους φυσικούς πόρους, την άρδευση, την βιοποικιλότητα και την γενικότερη οικονομική δραστηριότητα. «Η κεντρική και νότιος Ελλάδα παρουσιάζει την μεγαλύτερη σεισμική δραστηριότητα, αλλά όλοι πρέπει να βρισκόμαστε σε εγρήγορση, γιατί μπορεί να προκύψει ένας σεισμός όπως στην Κοζάνη το 1995 που ήταν έκπληξη», κατέληξε ο κ. Παπανικολάου.
Κάνε like στη σελίδα μας στο Facebook
Ακολούθησε μας στο Twitter
Κάνε εγγραφή στο κανάλι μας στο Youtube
– Αναφέρεται ως πηγή το ertnews.gr στο σημείο όπου γίνεται η αναφορά.
– Στο τέλος του άρθρου ως Πηγή
– Σε ένα από τα δύο σημεία να υπάρχει ενεργός σύνδεσμος